Τα Κάλαντα είναι τραγούδια με θρησκευτικό αλλά και ευχετήριο περιεχόμενο, που τραγουδιούνται την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων.
Από πού προέρχεται η λέξη κάλαντα
Ο όρος «Κάλαντα» προέρχεται από τη λατινική λέξη Calendae (Καλένδες) που σημαίνει πρωτομηνιά στο Ρωμαϊκό ημερολόγιο.
Το έθιμο των Καλάντων όμως αντλεί τις ρίζες του πολύ πιο βαθιά στο παρελθόν, και πιο συγκεκριμένα στα βάθη της Ελληνικής Αρχαιότητας, όταν οι παιδικές φωνές αντηχούσαν στις γειτονιές των αστικών κέντρων αλλά και στην ύπαιθρο, όταν υμνούσαν τον «Αγερμό» την «Ειρεσιώνη», τα «Κορωνίσματα» και τα «Χελιδονίσματα».
Τα Κάλαντα στην Αρχαία Ελλάδα
Την εποχή του Ομήρου στη Σάμο, ή και αργότερα στην Αθήνα, κατά τις ετήσιες «Νουμηνίες», (δηλαδή το νέο μήνα –μια έννοια ευρύτερη που αναφερόταν στο ξεκίνημα μιας νέας εποχής) τα παιδιά επισκέπτονταν ένα-ένα τα σπίτια της γειτονιάς τους κρατώντας στο χέρι ένα κλαδί ελιάς που ήταν διακοσμημένο με μαλλί από μικρά προβατάκια (δηλαδή «έριο» στα αρχαία ελληνικά και γι’ αυτό οι γιορτές ονομάζονταν «Ειρεσιώνη»), και άλλα γούρικα αντικείμενα όπως βάζα με μέλι, λάδι ή κρασί. Εκεί τραγουδούσαν ευχές για την καλή σοδειά και καλωσορίσματα για τα χελιδόνια («Χελιδονίσματα») χαιρετίζοντας έτσι την άνοιξη που πλησίαζε. Διαβαίνοντας το κατώφλι του νοικοκύρη έψαλλαν ευχές για πλούτη και ειρήνη. Με λίγα λόγια, γιόρταζαν με το δικό τους τρόπο την «καρδιά» του χειμώνα που σιγά-σιγά θα έδινε τη θέση του στην άνοιξη.
Μια χαρακτηριστική μελωδία για τις «Νουμηνίες» από την Αρχαία Ελλάδα
Δώμα προσετραπόμεσθ’ ανδρός μέγα δυναμένοιο,
ος μέγα δύναται, μέγα δε βρέμει, όλβιος αιεί,
αυταί ανακλίνεσθε θύραι. Πλούτος γαρ έσεισι
πολλός, συν πλούτω δε και ευφροσύνη τεθαλυία,
ειρήνη τ’ αγαθή. Όσα δ’ άγγεα, μεστά μεν είη,
κυρβαίη δ’ αιεί κατά καρδόπου έρπει μάζα,
του παιδός δε γυνή καταδιφράδα βήσεται ύμμιν,
ημίονοι δ’ άξουσι κραταίποδες ες τόδε δώμα,
αυτή δ’ ιστόν υφαίνει επ’ ηλέκτρου βεβαυία
Νευμαί τοι νεύμαι ενιαύσιος ώστε χελιδών
Εστηκ’ εν πορφύροις
ος μέγα δύναται, μέγα δε βρέμει, όλβιος αιεί,
αυταί ανακλίνεσθε θύραι. Πλούτος γαρ έσεισι
πολλός, συν πλούτω δε και ευφροσύνη τεθαλυία,
ειρήνη τ’ αγαθή. Όσα δ’ άγγεα, μεστά μεν είη,
κυρβαίη δ’ αιεί κατά καρδόπου έρπει μάζα,
του παιδός δε γυνή καταδιφράδα βήσεται ύμμιν,
ημίονοι δ’ άξουσι κραταίποδες ες τόδε δώμα,
αυτή δ’ ιστόν υφαίνει επ’ ηλέκτρου βεβαυία
Νευμαί τοι νεύμαι ενιαύσιος ώστε χελιδών
Εστηκ’ εν πορφύροις
Δηλαδή:
Σ΄ αυτό το σπίτι πού ‘ρθαμε του πλουσιονοικοκύρη
ας ανοιχτούν οι πόρτες του να μπει ο πλούτος μέσα
να μπει άφθονη η χαρά κι η ποθητή ειρήνη
για να γεμίσουν τα σταμνιά, κι οι χωματένιες κύρβεις
και να φουσκώσει η σκάφη του ζυμάρι κριθαρένιο.
Και η γυναίκα του υγιού με σύνεση μεγάλη
ας έρθει μεσ’ στο σπίτι αυτό με δυνατά μουλάρια
για να υφάνει το πανί σ’ αντί κεχριμπαρένιο
και γύρω να φτεροκοπούν χρονιάρικα χελιδόνια
και ερυθρόχρωμα πουλιά αντάμα να πετούνε
ας ανοιχτούν οι πόρτες του να μπει ο πλούτος μέσα
να μπει άφθονη η χαρά κι η ποθητή ειρήνη
για να γεμίσουν τα σταμνιά, κι οι χωματένιες κύρβεις
και να φουσκώσει η σκάφη του ζυμάρι κριθαρένιο.
Και η γυναίκα του υγιού με σύνεση μεγάλη
ας έρθει μεσ’ στο σπίτι αυτό με δυνατά μουλάρια
για να υφάνει το πανί σ’ αντί κεχριμπαρένιο
και γύρω να φτεροκοπούν χρονιάρικα χελιδόνια
και ερυθρόχρωμα πουλιά αντάμα να πετούνε
Μόλις τελείωναν, τότε ο νοικοκύρης άνοιγε το δωμάτιο με τις ετήσιες σοδειές και πρόσφερε στα παιδιά ό,τι καλύτερο είχε. Μα αν τολμούσε να αργήσει έστω και λίγο, τότε τα παιδιά συνέχιζαν ψέλνοντας:
«Ει μεν τι δώσεις ει δε μη, ουχ εστήξομεν
ου γαρ συνοικήσοντες ενθάδ’ ήλθομεν».
ου γαρ συνοικήσοντες ενθάδ’ ήλθομεν».
Δηλαδή:
«Είτε μας δώσεις κάτι, είτε όχι, εμείς δεν θα καθίσουμε
διότι δεν ήλθαμε να συγκατοικήσουμε εδώ».
διότι δεν ήλθαμε να συγκατοικήσουμε εδώ».
Τα Κάλαντα στις αρχές του Χριστιανισμού
Με την επικράτηση του Χριστιανισμού τα Κάλαντα της αρχαίας Ελλάδας ξεχάστηκαν, εξ’ αιτίας της γενικότερης τάσης για αφανισμό και απαγόρευση κάθε είδους ειδωλολατρικού στοιχείου από την καθημερινότητα.
Κατά τη διάρκεια μάλιστα της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου απαγορεύτηκε κάθε μορφής τραγούδι ή άλλος κοσμικός ύμνος, και όταν ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερωτήθηκε τι επιτρέπεται να τραγουδά ο κόσμος, εκείνος απάντησε: «Τους ψαλμούς του Δαβίδ»!
Τα Κάλαντα στα νεότερα χρόνια
Οι αιώνες, οι χιλιετηρίδες πέρασαν και τα Κάλαντα της αρχαιότητας καταπολεμήθηκαν. Παρ’ όλα αυτά σήμερα, τρεις χιλιάδες χρόνια αργότερα, τα τραγούδια αυτά έχουν νικήσει το χρόνο και τραγουδιούνται με την ίδια σπουδαιότητα και χαρμόσυνη διάθεση όπως τότε, αλλά με διαφορετική μορφή και για διαφορετικούς λόγους. Αντίθετα μάλιστα, ενσωματώθηκαν στη χριστιανική παράδοση και συνεχίζουν να μοιράζουν ευχές για καλή χρονιά και πλούσιες σοδειές.
πηγη. οικαδε
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου