Blogger Widgets




1 Νοεμβρίου 2010

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

 
Αναφερόμενοι στη Θεραπεία του παραλύτου οι Ευαγγελιστές Μάρκος και Λουκάς λένε ότι οι άνθρωποι που τον έφεραν δεν μπόρεσαν να μπουν στο σπίτι όπου βρισκόταν ο Κύριος Ιησούς Χριστός εξαιτίας του όχλου. Γι’ αυτό άνοιξαν τη στέγη και κατέβασαν τον παράλυτο μαζί με το κρεβάτι του στη μέση μπροστά στον Ιησού.
Μια πράξη προκλητική και ανήκουστη !
Σίγουρα όταν αυτοί έβγαζαν τη στέγη, λάσπη και σκόνη έπεφτε πάνω σ’ αυτούς που βρίσκονταν μέσα στο σπίτι, και στον Κύριο Ιησού Χριστό. 
 Άλλος στη θέση του θα αγανακτούσε, θα έλεγε να σταματήσουν, θα έβριζε ίσως,  η μπορεί να μην ήταν σύμφωνος με τον τρόπο που τον έφεραν,............ Εκείνος όμως δεν είπε ούτε μία λέξη. Αντί να τους επιτιμήσει, τους έκανε μεγάλη ευεργεσία, θεράπευσε τον ασθενή, είπε ότι συγχωρούνται οι αμαρτίες του και τον πρόσταξε να πάρει το κρεβάτι του και να πάει σπίτι.
Προσέξτε λοιπόν πώς ενεργούσαν εκείνοι οι άνθρωποι.
Χωρίς να σκεφτούν  κανένα ανθρώπινο σύστημα, η μεθοδία, αλλά με παρρησία, πίστη,  και τόλμη πλησίαζαν τον Χριστό. 
Η σκέψη ότι κάνουν ένα πράγμα ανήκουστο δεν τους σταμάτησε και δεν τους εμπόδισε να χαλάσουν τη στέγη. 
Με πόθο καρδιάς ζητούσαν τον Κύριο, γιατί είχαν μέσα τους τη φλόγα της πίστεως και γνώριζαν ότι Αυτός μπορεί να κάνει το θαύμα, ότι θα λάβουν αυτό που πιστεύουν. 
Έτσι και έγινε. 
Ο Κύριος είπε πως για την πίστη τους ο παράλυτος θα γίνει καλά. Αλληλούιαααααααα
Πολλούς ασθενείς που Τον πλησίασαν με πίστη θεράπευσε ο Χριστός και πάντα επαινούσε την παρρησία με την οποία Τον πλησίαζαν οι δυστυχισμένοι άνθρωποι.

Θυμηθείτε τη Χαναναία, την ειδωλολάτρισσα γυναίκα, η οποία όταν είδε τον Χριστό έπεσε στα πόδια του και Τον ικέτευε: «Ελέησόν με, Κύριε… η θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται» (Ματθ. 15, 22). Αλλά ο Κύριος δεν της απάντησε ούτε λέξη και προχωρούσε μπροστά.
Εκείνη όμως Τον ακολουθούσε και Τον παρακαλούσε φωνάζοντας όλο και πιο δυνατά., και τόσο επίμονα τον παρακαλούσε που τελικά οι απόστολοι έχασαν κάθε υπομονή και Του είπαν: «Απόλυσον αυτήν». Και τι είπε τότε ο Χριστός σ’ αυτή τη γυναίκα; Της είπε: «Ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις» (Ματθ. 15, 26). Και αυτή Του απάντησε κάτι που έκανε τον Κύριο να θαυμάσει το απίστευτο βάθος της πίστεως αυτής της γυναίκας, την ελπίδα και την αγάπη που είχε.
«Ναι, Κύριε, στ΄αλήθεια είμαι σαν ένα σκυλί γιατί λατρεύω τα είδωλα αλλά και τα σκυλιά τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων αυτών». 
Όταν το άκουσε ο Κύριος της απάντησε:  

«Ω γύναι, μεγάλη σου η πίστις! γενηθήτω σοι ως θέλεις. Και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης» (Ματθ. 15, 28).
Τόσο μεγάλη ήταν η πίστη και η παρρησία αυτής της δυστυχισμένης γυναίκας, η οποία δεν γνώριζε τον αληθινό Θεό. Και την παρρησία αυτή την εκτίμησε πολύ ο Χριστός, (αν και σκυλί που ήταν............)
Πάντα με πολλή παρρησία πρέπει να πλησιάζουμε τον Θεό. Να τον ικετεύουμε σαν τα μικρά παιδιά που περιμένουν βοήθεια από τη μητέρα τους και απλώνουν προς αυτήν τα μικρά τους χεράκια. 
Να Τον ικετεύουμε  με μιά θεία πείνα. 
Να Τον ικετεύουμε σαν τη Χαναναία γυναίκα που με επιμονή παρακαλά τον Χριστό και σηκώνει (σ’ Αυτόν) τα χέρια της. 
Τον ικετεύει με παρρησία γιατί πιστεύει και ξέρει ότι θα λάβει αυτό που ζητά, πιστεύει, και γι’ αυτό παίρνει βοήθεια.
Βλέπουμε λοιπόν ότι δύο προϋποθέσεις υπάρχουν για να γίνει δεκτή η προσευχή μας από τον Θεό. Πρώτ’ απ’ όλα χρειάζεται  να πιστεύουμε σ’ Αυτόν που ικετεύουμε. 
Και το δεύτερο, να μην υπάρχει αμφιβολία,  δισταγμός , στην καρδιά αλλά μόνο πίστη, πίστη στο άπειρο έλεος, και αγάπη  του Θεού, για τα πλάσματά του. 
Η προσευχή που βγαίνει από καρδιά που είναι γεμάτη ελπίδα και  σιγουριά  στον Ιησού θα εκπληρωθεί.

Δόξα στον Κύριο!!!!
 
Εκτός απ’ αυτό η προσευχή θέλει επιμονή. Πρέπει να ξέρουμε ότι δεν θα λάβουμε αμέσως αυτό που ζητούμε. Πρέπει να δείξουμε ότι είναι σταθερή η ελπίδα που έχουμε στον Θεό και η επιμονή σ’ αυτά που ζητούμε.
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός είπε μια φορά στους μαθητές του την εξής παραβολή: 
«Τις εξ υμών έξει φίλον και πορεύεται προς αυτόν μεσονυκτίου και ερεί αυτώ· φίλε, χρήσόν μοι τρεις άρτους, επειδή φίλος μου παρεγένετο εξ οδού προς με και ουκ έχω ο παραθήσω αυτώ· κακείνος έσωθεν αποκριθείς είπη· μη μοι κόπους μετ’ εμού εις την κοίτην εισίν· ου δύναμαι αναστάς δούναι σοι; λέγω υμίν, ει και ου δώσει αυτώ αναστάς δια το είναι αυτού φίλον, δια γε την αναίδειαν αυτού εγερθείς δώσει αυτώ όσων χρήζει» (Λουκ. 11, 5-8).
Είπε κα μια άλλη παραβολή για τη χήρα που την κατέτρεχε ο αντίδικός της, η οποία κάθε μέρα ερχόταν στον δικαστή και τον ζητούσε να την προστατέψει. 

Ο δικαστής αυτός ούτε τον Θεό φοβόταν, ούτε άνθρωπο ντρεπόταν. 
Κάθε φορά που ερχόταν την έδιωχνε από κοντά του αλλά εκείνη επέμενε. 
Στο τέλος τον είχε κουράσει πολύ και είπε μέσα του:
\«Ει και τον Θεόν ου φοβούμαι και άνθρωπον ουκ εντρέπομαι, δια γε το παρέχειν μοι κόπον την χήραν ταύτην εκδικήσω αυτήν, ίνα μη εις τέλος ερχομένη υπωπιάζη με. είπε δε ο Κύριος· ακούσατε τι ο κριτής της αδικίας λέγει· ο δε Θεός ου μη ποιήσει την εκδίκησιν των εκλεκτών αυτού των βοώντων προς αυτόν ημέρας και νυκτός, και μακροθυμών επ’ αυτοίς;» (Λουκ. 18, 4-7).
Ο Κύριος είπε ότι αν ο άδικος κριτής υπάκουσε στο τέλος στην παράκληση της δυστυχισμένης χήρας, είναι δυνατόν να μην ακούσει ο Επουράνιος Πατέρας την προσευχή μας αν Τον παρακαλούμε με την ίδια επιμονή που αυτή παρακαλούσε τον δικαστή; 
Με την ίδια βαθιά πίστη και επιμονή που είχε η χήρα πρέπει εμείς πάντα να προσευχόμαστε στον Θεό. Να προσευχόμαστε πάντα διότι έτσι μας παραγγέλλει ο απόστολος Παύλος, λέγοντας: «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α’ Θεσσαλ. 5, 17).
Τι σημαίνει να προσευχόμαστε αδιάκοπα;
Δεν έχουμε και εμείς τις δικές μας βιοτικές φροντίδες, είναι δυνατόν να ασχολούμαστε μόνο με προσευχή; Η εντολή αυτή φαίνεται απραγματοποίητη. Και όμως είναι εφικτή και εφαρμόσιμη, διότι, τίποτα το ανέφικτο δεν ζητά από μας ο Κύριος Ιησούς Χριστός.
Πώς όμως μπορούμε να εφαρμόσουμε στη ζωή μας αυτή την εντολή που ισχύει για όλους τους χριστιανούς;
Το να προσευχόμαστε αδιάκοπα σημαίνει, πάντα και όπου και να βρισκόμαστε. 
Το μόνο που χρειαζόμαστε είναι να έχει η καρδιά μας διάθεση για προσευχή. 
Να είναι ταπεινή και να θρηνεί αδιάκοπα την αναξιότητα και την αμαρτωλότητά της. 
Γεμάτη φόβο μπροστά στην μεγαλοσύνη του Θεού, τον Οποίον προσβάλλουμε με τις αμαρτίες μας. 
Αν τέτοια θα είναι η καρδιά μας, τότε πάντα θα είμαστε προσευχόμενοι και στη δουλειά και στο σπίτι. 
Θα είμαστε προσευχόμενοι ακόμα και τότε, όταν κληθούμε να δώσουμε λόγο σ’ αυτούς που έχουν στα χέρια τους εξουσία. Και στεκόμενοι μπροστά στην πόρτα τους θα στέλνουμε τις σιωπηλές μας κραυγές στον Θεό, παρακαλώντας Τον να μας προστατέψει.
Σε κάθε μας έργο μπορούμε να προσευχόμαστε, μόνο να υπάρχει διάθεση για προσευχή, να ποθεί η καρδιά μας τον Κύριο και τότε η εντολή που μας έδωσε ο απόστολος μπορεί εύκολα να πραγματοποιηθεί.
Εμείς δεν είμαστε και τόσο πολύ απασχολημένοι σε σύγκριση με τον προφήτη Δαβίδ. Αυτός ήταν βασιλιάς του Ισραήλ και από το πρωί έως το βράδυ ασχολιόταν με κρατικές υποθέσεις φροντίζοντας τον δικό του λαό. 
Άραγε είχε χρόνο για προσευχή; 
Θα ρωτούσε κανείς με απορία. Και όμως κοιτάξτε πώς προσευχόταν: «Εγενήθη τα δάκρυά μου εμοί άρτος ημέρας και νυκτός» (ψαλ. 41, 4). 
Ο προφήτης πάντα έχυνε δάκρυα, τα οποία ήταν γι’ αυτόν σαν το ψωμί. Μέρα νύχτα ικέτευε τον Θεό με προσευχές και δεήσεις, έγραψε πλήθος ψαλμών που όλοι τους είναι προσευχές στον Θεό. «Εκοπίασα εν τω στεναγμώ μου, λούσω καθ’ εκάστην νύκτα την κλίνην μου» (ψαλ. 6, 7). Τέτοια ήταν η προσευχή του, ακόμα και ξαπλωμένος στο κρεβάτι έβρεχε το προσκέφαλο με ποτάμια δακρύων…
Είναι δυνατόν εμείς που είμαστε λιγότερο απασχολημένοι να μην βρίσκουμε χρόνο να φέρουμε με την προσευχή τις θλίψεις μας στον Θεό και να χύσουμε ενώπιόν Του τα δάκρυά μας; 
 Η Άννα, η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ. Αυτή ήταν στείρα και το πράγμα αυτό της προκαλούσε μεγάλη θλίψη και πόνο, ήθελε πάρα πολύ να έχει παιδί. Και πήγε μια μέρα στην Ιερουσαλήμ να προσευχηθεί στον ναό.
Στεκόταν γονατισμένη και παρακαλούσε τον Θεό να της χαρίσει παιδί, Και έδωσε όρκο να το αφιερώσει στον Κύριο.
Προσευχόταν χωρίς να ανοίγει το στόμα, μόνο ελαφρά κουνούσε τα χείλη. Η καρδιά της βοούσε στον Θεό και  Τον παρακαλούσε με πόνο. Δεν προσευχόταν με λέξεις αλλά με στεναγμούς της καρδιάς.
Έτσι προσευχόταν και ο προφήτης του Θεού Μωυσής όταν παρακαλούσε τον Κύριο να μην τιμωρεί τον λαό του. 
Το στόμα του ήταν κλειστό και αυτός προσευχόταν με την καρδιά στον Θεό. Αλλά και τα χείλη του ακόμα ήταν ακίνητα, και όμως ο Θεός του είπε: «Τι βοάς προς με;» (Εξοδ. 14, 15). Ο Μωυσής δεν μιλούσε, αλλά η προσευχή του ανέβαινε στον Θεό και ήταν σαν μια κραυγή γεμάτη θλίψη και πόνο που έβγαινε από τα βάθη της δικής του καρδιάς.
Βλέπετε πώς μπορεί ο άνθρωπος να προσεύχεται; Η ουσία της προσευχής είναι, να παραδιδόμαστε ολοκληρωτικά, με όλη την καρδιά μας, να ικετεύουμε τον Θεό, και η προσευχή να είναι γεμάτη πίστη και ακράδαντη ελπίδα. 

Έτσι όμως προσεύχεται η πλειοψηφία των ανθρώπων; 
Ασφαλώς όχι. 
Η δική μας προσευχή είναι μόνο επανάληψη κάποιων λέξεων, που έχουμε αποστηθίσει, και ενώ τα διαβάζουμε, το πνεύμα μας δεν προσεύχεται, αλλά τα επαναλαμβάνουμε μηχανικά, χωρίς να σκεφτόμαστε αυτά που ζητούμε. 
  Εμείς οι ίδιοι δεν ακούμε τις προσευχές μας, και αν δεν τις ακούμε εμείς τότε πώς θέλουμε ο Θεός να ακούσει αυτά που ζητούμε;

Λοιπόν, ας αλλάξει στάση η προσευχή μας μπροστά στο Θεό,  και  να προσευχόμαστε αδιάκοπα, με αγαπη, πίστη,  και να χτυπάμε ακούραστα την θύρα της θείας ευσπλαχνίας. Να τον ικετεύουμε, όχι μόνο για μας, αλλά και γι’ αυτούς που δεν προσεύχονται σ΄Αυτόν. Θα ακουστούν οι  προσευχές  μας, και θα αποδώσει ο Κύριος κατά το μέγα Του έλεος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Πήγαινε!

Eπέστρεψε στο Χριστό

Φυλαχτείτε από ένα σοβαρό σύνδρομο....

Που είναι οι άνδρες?

Τρέξε για τη ζωή σου!

Ξύπνα εκκλησία!

Προσευχηθείτε για τη δύναμη του Θεού

Υπάρχει Ένας Άλλος Κόσμος

Zώντας την αγάπη