Blogger Widgets




1 Αυγούστου 2014

Το Δωμάτιο

 Ο 17χρονος Brian Moore είχε μόνο λίγο χρόνο για να γράψει κάτι για ένα μάθημα, με θέμα όπως, με τι μοιάζει ο Παράδεισος.

 «Τους κατέπληξα» είπε αργότερα στον πατέρα του, Bruce.
«Είναι φοβερό. Είναι βόμβα. Είναι το καλύτερο πράγμα που έγραψα ποτέ.»
 Ήταν επίσης το τελευταίο. Οι γονείς του Brian είχαν ξεχάσει σχετικά με αυτή την έκθεση, όταν ένας ξάδελφος του την βρήκε, καθώς ξεκαθάριζε το ντουλάπι του έφηβου, στο Teays Valley High School στο Pick away County.
 Ο Brian ήταν νεκρός μόλις λίγες ώρες, αλλά οι γονείς του ήθελαν απεγνωσμένα κάθε κομμάτι της ζωής του κοντά τους, όπως, σημειώματα από συμμαθητές, από δασκάλους, σημειώσεις δικές του.
 Μόνο δύο μήνες πριν, είχε γράψει χειρόγραφα την έκθεση, σχετικά με το να αντιμετωπίσει τον Ιησού σε ένα δωμάτιο αρχείων, γεμάτο από κάρτες που περιείχαν λεπτομέρειες για κάθε λεπτό της εφηβικής ζωής του.
 Αλλά ήταν μόνο μετά τον θάνατο του Brian που η Beth και ο Bruce Moore συνειδητοποίησαν ότι ο γιος τους είχε περιγράψει την άποψή του, σχετικά με τον παράδεισο.
Είχε τέτοιο αντίχτυπο, που ο κόσμος θέλησε να την μοιραστεί.
 «Αισθάνεσαι σαν να βρίσκεσαι εκεί», είπε η κυρία Moore.
 Ο Brian Moore πέθανε στις 27 Μαΐου 1997, την επόμενη μέρα της Ημέρας Μνήμης των Νεκρών του Εμφυλίου Πολέμου. Οδηγούσε επιστρέφοντας σπίτι, από το σπίτι ενός φίλου, όταν το αυτοκίνητο του βγήκε από τον δρόμο Bulen-Pierce στο Pickaway County και καρφώθηκε πάνω σε ένα στύλο. Βγήκε αμέσως από το στραπατσαρισμένο αυτοκίνητο σώος, αλλά πάτησε σε ένα πεσμένο ηλεκτρικό καλώδιο και έπαθε ηλεκτροπληξία.
 Οι Moore κορνίζωσαν ένα αντίγραφο της έκθεσης του Brian και την κρέμασαν ανάμεσα στα οικογενειακά πορτρέτα στο σαλόνι.
 «Νομίζω ότι ο Θεός τον χρησιμοποίησε για να κάνει μια επισήμανση. Νομίζω ότι ήταν ορισμένο να τη βρούμε και να βγει κάτι από αυτήν», είπε η κυρία Moore για την έκθεση.
 Αυτή και ο σύζυγος της θέλουν να μοιραστούν την όραση του γιου τους για τη ζωή μετά τον θάνατο.
 «Είμαι χαρούμενη για τον Brian. Ξέρω ότι είναι στον παράδεισο.
   Ξέρω ότι θα τον δω»
Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ BRIAN

Το Δωμάτιο

 Σ’ αυτό το σημείο, μεταξύ ξύπνιου και ονείρου, βρήκα τον εαυτό μου σ’ ένα δωμάτιο. Δεν υπήρχαν διακριτά χαρακτηριστικά εκτός από τον ένα τοίχο καλυμμένο από μικρά ευρετήρια καρτελοθηκών. Έμοιαζαν μ’ αυτά των βιβλιοθηκών, με καταστάσεις τίτλων από συγγραφέα ή θέμα, με αλφαβητική σειρά.
 Αλλά αυτά τα αρχεία, τα οποία εκτείνονταν από το πάτωμα στο ταβάνι και φαίνονταν ατελείωτα προς κάθε κατεύθυνση, είχαν πολύ διαφορετικές επικεφαλίδες.
Καθώς πλησίασα κοντά στον τοίχο των αρχείων, το πρώτο που τράβηξε την προσοχή μου, ήταν ένα στο οποίο διάβασα «Τα κορίτσια που μου άρεσαν». Το άνοιξα και άρχισα να τινάζομαι ανάμεσα στις κάρτες. Το έκλεισα γρήγορα και σοκαρισμένος συνειδητοποίησα ότι αναγνώριζα τα ονόματα που ήταν γραμμένα σε κάθε μία από αυτές. Και τότε, χωρίς κανείς να μου το πει, ήξερα ακριβώς που ήμουν. Αυτό το χωρίς ζωή δωμάτιο με τα μικρά αρχεία του, ήταν ένα ωμό σύστημα καταχώρησης σε κατάλογο, της ζωής μου.
 Εδώ ήταν γραμμένη κάθε πράξη κάθε στιγμής μου, μεγάλη και μικρή, με μια λεπτομέρεια που η μνήμη μου δεν μπορούσε να φτάσει.
 Μια αίσθηση απορίας και περιέργειας, ταίριαξαν με φρίκη, συγκλονίζοντας με εντός μου, καθώς άρχισα με τυχαία σειρά να ανοίγω αρχεία και να εξερευνώ τα περιεχόμενα τους.
 Κάποια αρχεία έφερναν χαρά και γλυκές αναμνήσεις, κάποια άλλα, μια αίσθηση ντροπής και λύπης τόσο έντονης που θα ήθελα να κοιτάξω πάνω από τον ώμο μου για να δω αν κάποιος παρακολουθούσε.
 Ένα αρχείο με το όνομα «Φίλοι» ήταν δίπλα σε ένα που είχε σημειωμένο «Φίλοι που πρόδωσα». Οι τίτλοι είχαν παραταχθεί από τα εγκόσμια στα σαφώς απόκοσμα. «Βιβλία που διάβασα, Ψέματα που είπα, Παρηγοριά που έδωσα, Αστεία με τα οποία γέλασα». Μερικά ήταν ξεκαρδιστικά στην ακρίβεια τους. «Πράγματα που φώναξα στ’ αδέλφια μου». Άλλα για τα οποία θα μπορούσα να γελάσω.
 «Πράγματα που έκανα πάνω στον θυμό μου, Πράγματα για τα οποία μουρμούρισα ψιθυριστά για τους γονείς μου».
 Δεν σταμάτησα να ξαφνιάζομαι από τα περιεχόμενα. Συχνά υπήρχαν πολύ περισσότερες κάρτες από αυτές που περίμενα. Μερικές φορές λιγότερες από αυτές που έλπιζα.
  Το τεράστιο μέγεθος της ζωής που έζησα με σύντριψε. Θα ήταν ποτέ δυνατόν να έχω τον χρόνο μέσα στα χρόνια που έζησα, να γεμίσω την κάθε μια από αυτές τις χιλιάδες ή ακόμα και εκατομμύρια κάρτες; Αλλά κάθε κάρτα επιβεβαίωνε αυτή την αλήθεια. Κάθε μια ήταν γραμμένη με το δικό μου γράψιμο. Κάθε μια είχε υπογραφεί με τη δική μου υπογραφή.
 Όταν τράβηξα έξω τον φάκελο με τη σημείωση «Τηλεοπτικά προγράμματα που παρακολούθησα», συνειδητοποίησα ότι το αρχείο μεγάλωσε για να χωρέσει το περιεχόμενο του. Οι κάρτες ήταν πολύ στενά στριμωγμένες, και παρόλα αυτά, μετά από 2,5-3 μέτρα, δεν μπορούσα να βρω το τέλος του αρχείου. Το έκλεισα ντροπιασμένος, όχι τόσο για την ποιότητα των προγραμμάτων, αλλά περισσότερο για τον απέραντο χρόνο που ήξερα ότι αυτό το αρχείο αντιπροσώπευε.
 Όταν ήρθα σ’ ένα αρχείο που ήταν σημειωμένο «Σκέψεις γεμάτες πόθο», ένοιωσα μια ανατριχίλα να διαπερνά το σώμα μου. Τράβηξα το αρχείο έξω μόνο λίγα εκατοστά, χωρίς πρόθεση να δοκιμάσω το μέγεθος του και έβγαλα έξω μία κάρτα. Φρικάρισα με τις λεπτομέρειες που περιείχε. Ένοιωσα άρρωστος στη σκέψη ότι τέτοιες στιγμές είχαν καταγραφεί. Μια σχεδόν ζωώδης λύσσα ξέσπασε πάνω μου. Μια σκέψη δέσποζε στο μυαλό μου: «Κανείς ποτέ δεν πρέπει να δει αυτές τις κάρτες! Κανείς ποτέ δεν πρέπει να δει αυτό το δωμάτιο! Πρέπει να τις καταστρέψω!»
 Μέσα σε τρελή φρενίτιδα τράβηξα απότομα έξω το αρχείο. Το μέγεθος του δεν είχε πια σημασία. Έπρεπε να το αδειάσω και να κάψω τις κάρτες. Αλλά καθώς το έπιασα από τη μια άκρη και προσπάθησα να το αδειάσω στο πάτωμα, δεν μπορούσα να εκτοπίσω ούτε μία απλή κάρτα. Απελπίστηκα και τράβηξα έξω μία κάρτα, μόνο και μόνο για να ανακαλύψω ότι ήταν γερή σαν ατσάλι, όταν προσπάθησα να τη σχίσω.
 Νικημένος και τελείως αβοήθητος, επέστρεψα το αρχείο στην θυρίδα του. Στηρίζοντας το μέτωπο μου στον τοίχο, άφησα έναν μακρύ μεμψίμοιρο αναστεναγμό.
 Και τότε το είδα. Ο τίτλος του ήταν διαπεραστικός: «Άνθρωποι με τους οποίους μοιράστηκα το Ευαγγέλιο». Το χερούλι ήταν λαμπρότερο από εκείνα γύρω του, πιο καινούριο, σχεδόν αχρησιμοποίητο. Τράβηξα έξω το χερούλι του, και ένα μικρό κουτί, όχι μεγαλύτερο από 7 εκατοστά, έπεσε στα χέρια μου. Μπορούσα να μετρήσω τις κάρτες που περιείχε, με το ένα χέρι.
 Και τότε ήρθαν τα δάκρυα. Άρχισα να κλαίω. Με λυγμούς τόσο βαθιούς που πονούσαν. Άρχισαν από το στομάχι μου και με συντάραξαν απ’ άκρη σ’ άκρη. Έπεσα στα γόνατα μου και έκλαψα. Έκλαψα από ντροπή, από την αβάσταχτη ντροπή για όλα αυτά. Οι αράδες των ραφιών με τα αρχεία στροβιλίστηκαν στα γεμάτα δάκρυα μάτια μου. «Κανείς ποτέ, ποτέ δεν πρέπει να μάθει γι’ αυτό το δωμάτιο. Πρέπει να το κλειδώσω και να κρύψω το κλειδί».
 Αλλά τότε, καθώς έσπρωχνα μακριά τα δάκρυα, Τον είδα. «Όχι παρακαλώ, όχι Αυτόν. Όχι εδώ. Ω, οποιονδήποτε άλλο εκτός από τον Ιησού».
 Τον παρακολουθούσα αβοήθητος καθώς άρχισε να ανοίγει τα αρχεία και να διαβάζει τις κάρτες. Δεν άντεχα να βλέπω τις αντιδράσεις Του. Και τις στιγμές που μπορούσα να κάνω τον εαυτό μου να κοιτάξει το πρόσωπο Του, είδα μια θλίψη, βαθύτερη από την δική μου. Έμοιαζε σαν από ένστικτο να πηγαίνει στα χειρότερα κουτιά.
 «Γιατί πρέπει να τα διαβάσει όλα;»
 Τελικά γύρισε και με κοίταξε από την απέναντι πλευρά του δωματίου. Με κοίταξε με οίκτο στα μάτια Του. Αλλά ήταν ένας οίκτος που δεν με θύμωσε. Έριξα το κεφάλι μου κάτω, κάλυψα το πρόσωπο μου με τα χέρια μου και άρχισα να κλαίω ξανά. Εκείνος ήρθε κοντά και έβαλε τα χέρια Του γύρω μου. Θα μπορούσε να πει τόσα πολλά πράγματα. Αλλά δεν είπε ούτε μία λέξη. Απλά έκλαψε μαζί μου.
 Μετά σηκώθηκε και πήγε πίσω στον τοίχο με τα αρχεία. Ξεκινώντας από τη μία άκρη του δωματίου, πήρε ένα αρχείο, και ένα προς ένα, άρχισε να υπογράφει το όνομα Του πάνω στο δικό μου, σε κάθε μια  κάρτα.
 «ΟΧΙ!» φώναξα και έτρεξα σ’ Αυτόν. Το μόνο που βρήκα να πω ήταν «Όχι, όχι», καθώς τράβηξα την κάρτα από Αυτόν. Το όνομα Του δεν έπρεπε να είναι πάνω σ’ αυτές τις κάρτες. Αλλά ήταν εκεί γραμμένο με κόκκινο τόσο πλούσιο, τόσο σκούρο και τόσο ζωντανό. Το όνομα του Ιησού, κάλυπτε το δικό μου. Ήταν γραμμένο με το αίμα Του. Ευγενικά πήρε την κάρτα πίσω. Χαμογέλασε με ένα θλιμμένο χαμόγελο και άρχισε να υπογράφει τις κάρτες. Δεν νομίζω να καταλάβω ποτέ πως το έκανε τόσο γρήγορα, αλλά την επόμενη στιγμή έμοιαζε να Τον ακούω να κλείνει το τελευταίο αρχείο και ήρθε πίσω στο πλευρό μου. Έβαλε το χέρι Του στον ώμο μου και είπε: «Τετέλεσται».
 Σηκώθηκα και με οδήγησε έξω από το δωμάτιο. Δεν υπήρχε κλειδαριά στην πόρτα του. Υπήρχαν ακόμα κάρτες να γραφτούν.
Φιλ. 4:13 τα πάντα δύναμαι διά του ενδυναμούντός με Χριστού.

Ιωάν. 3:16 Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.
Αν αισθάνεσαι με τον ίδιο τρόπο, προώθησε τα σε ανθρώπους, ώστε η αγάπη του Ιησού να αγγίξει και τις δικές τους ζωές.
 Το αρχείο μου «Άνθρωποι με τους οποίους έχω μοιραστεί το Ευαγγέλιο», έχει γίνει μεγαλύτερο.
 Το δικό σας;

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Πήγαινε!

Eπέστρεψε στο Χριστό

Φυλαχτείτε από ένα σοβαρό σύνδρομο....

Που είναι οι άνδρες?

Τρέξε για τη ζωή σου!

Ξύπνα εκκλησία!

Προσευχηθείτε για τη δύναμη του Θεού

Υπάρχει Ένας Άλλος Κόσμος

Zώντας την αγάπη