Blogger Widgets




14 Δεκεμβρίου 2010

Η ζωή μου ο Χριστός

AYTOΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ
 «…εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος» (Φιλιππησίους α΄21)


Με δέος και ντροπή κάθε φορά που διαβάζω την Καινή Διαθήκη σταματώ στις ομολογίες του απ. Παύλου, που σε καθηλώνουν και σε αναγκάζουν με το μεγαλείο τους να σκεφτείς ,θέλεις δε θέλεις. Θα ’θελα να τονίσω τη λέξη ντροπή. Κεφάλι κατεβασμένο. Μια διάθεση σιωπής. Εξαφάνιση κάθε προσωπικού στοιχείου, που μέχρι την ώρα εκείνη φάνταζε στην κρίση μας και στην εκτίμησή μας σαν κάτι αξιοπρόσεκτο και θαυμαστό.

Δεν είναι μόνο η ντροπή. Ένα τεράστιο ερωτηματικό γεμάτο από ζήλεια φουντώνει μέσα στην καρδιά. Γιατί κι εγώ να μην μπορώ να πω τα ίδια λόγια; Γιατί κι εγώ να μην έχω μέσα μου τις ίδιες καταγραφές; Γιατί κι εγώ να μην αισθάνομαι με τον ίδιο τρόπο, που αισθανόταν αυτός; Εύκολες, πρόχειρες απαντήσεις υπάρχουν, μα δεν ικανοποιούν. Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε, εγώ πάντως δεν το λέω, πως αυτός ήταν «απόστολος», ενώ εγώ δεν είμαι. Πως αυτός είχε κάποια ξεχωριστή χάρη από τον Θεό, που εγώ δεν την έχω. Μα νομίζω, πως όλα αυτά είναι πολύ φθηνά.

Παιδί του Θεού ήταν εκείνος, παιδί Θεού είμαι κι εγώ.

Λυτρωμένος με το αίμα του Χριστού ήταν εκείνος, με τον ίδιο τρόπο λυτρωμένος είμαι κι εγώ.

Τον ίδιο Κύριο, που αυτός είχε, τον ίδιο Κύριο έχω κι εγώ.

Το ίδιο Πνεύμα, που αυτός έλαβε, το ίδιο Πνεύμα έλαβα κι εγώ.

Μέσα στις ίδιες επαγγελίες, που αυτός απολάμβανε, μέσα στις ίδιες επαγγελίες βρίσκομαι κι εγώ.

Γιατί να μην μπορώ να κάνω τις ίδιες ομολογίες, που αυτός έκανε; Τι είναι εκείνο, που αυτός είχε κι εγώ δεν το έχω; Ομολογία είναι η φανέρωση μιας εμπειρίας. Και αν τολμούσαμε να λέγαμε τα ίδια λόγια, τότε θα είχαμε και πρόσθετη ντροπή, πως είπαμε ψέματα.

Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, έχω συναντήσει τέτοιους ανθρώπους, που παίρνουν αυτούσιες φράσεις του Ευαγγελίου και τις επαναλαμβάνουν σαν δικές τους, χωρίς να τις ζουν, χωρίς να τις διακρίνουν στη ζωή τους. Είναι μια απάτη, που κρύβεται πίσω από μια, δήθεν, αφέλεια. «Αφού το λέει ο Λόγος του Θεού, άρα έτσι είναι και δεν θα πρέπει να υπολογίζουμε στις δικές μας εμπειρίες». Αποτέλεσμα αυτής της μεθόδου είναι να λένε ότι «ζουν στον ουρανό», ενώ σαν σκουλήκια σέρνονται στην καθημερινότητα αυτής της ζωής, ότι «ουδείς δύναται να τους χωρίσει από της αγάπης του Χριστού», ενώ είναι πρόθυμοι και εύκολοι, πολλές φορές τη μέρα να εγκαταλείψουν τον Χριστό και να τρέξουν πίσω από το ευτελές κέρδος, ότι, «συναπέθαναν μετά του Χριστού», ενώ ζει και βασιλεύει μέσα τους η σάρκα με τις επιθυμίες της, από την κορφή ως τα νύχια, ότι «ο Χριστός τους καθάρισε με το αίμα Του», μα την καθαρότητα αυτή, που θα ’πρεπε να είναι πασίδηλη, δεν μπορείς να τη διακρίνεις, όσο και αν προσπαθήσεις στην κατεύθυνση αυτή.

Πάντοτε η ζωή με το θάνατο, πήγαιναν συνταιριασμένα. Δεν χωρίζονται. Πρόκειται για τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Πάντοτε όλοι οι άνθρωποι σε όλα τα πλάτη και σε όλες τις εποχές πίστευαν πως η ζωή δεν τελείωνε με το σωματικό θάνατο. Ο κοντόφθαλμος υλιστικός ορθολογισμός προσπάθησε να πείσει τους ανθρώπους πως όλα τελειώνουν με το θάνατο. Μα δεν τα κατάφερε. Η ζωή είναι γραμμένη μέσα μας και τα λόγια δεν τη σβήνουν.

Αυτό όμως δεν εμποδίζει να θεωρείται ο θάνατος σαν ένα κακό, σαν κάποιο ατύχημα, που κάποτε συναντά τον άνθρωπο στην πορεία της ζωής του. Βλέπετε, η μια πλευρά, η πλευρά της ζωής, είναι γνωστή, ή νομίζουμε πως είναι γνωστή. Η αλλαγή του θανάτου είναι άγνωστη. Η μία παρουσιάζεται φωτεινή, ενώ η άλλη παραμένει σκοτεινή. Η μία, παρά τα βάσανα και τις ταλαιπωρίες, παραμένει αγαπητή, ενώ ο θάνατος είναι ο πιο μισητός εχθρός του ανθρώπου. Έτσι περνούμε τις μέρες μας γαντζωμένοι πάνω στη ζωή και με κάθε τρόπο προσπαθούμε ν’ αποδιώξουμε, ν’ απομακρύνουμε, τον θάνατο.

Ο Σοπενάουερ έλεγε, πως ο θάνατος είναι η μόνη πραγματικότητα, η δε ζωή δεν είναι τίποτα άλλο από μια επίμοχθη προσπάθεια ν’ απομακρύνουμε, ν’ αποδιώξουμε όσο μπορούμε το θάνατο. Όπως κάνουμε καινούργια βήματα για να μην πέσουμε. Δεν ξεχνώ, στις κατασκηνώσεις του Σουνίου ήταν κάποιοι ηλικιωμένοι, που νόμιζαν πως με το πολύ φαγητό θα έδιωχναν το θάνατο. Ενώ, αυτό που έκαναν ήταν εντελώς αντίθετο. Μετά από λίγο πάθαιναν, από το πολύ φαγητό, ζάλες και ιλίγγους, και με δυσκολία να βρεις γιατρό να τους γλιτώσει.

Άλλοι πάλι, προσπαθούν, γαντζωμένοι στη ζωή ν’ απομακρύνουν το μισητό εχθρό, τον θάνατο, με τα φάρμακα, που τις πιο πολλές φορές δεν είναι τίποτα άλλο από δηλητήρια, που προσφέρονται σε μικρές, φαινομενικά ακίνδυνες δόσεις, που ύστερα από ολόκληρες δεκαετίες αποκαλύπτονται οι τρομερές παρενέργειές τους, όταν πια είναι πολύ αργά και τότε ευδοκίμως αποσύρονται από την κυκλοφορία.

Και τον αγώνα να κρατηθούμε στη ζωή τον βλέπουμε στις τελευταίες στιγμές, όταν με οξυγόνο και με κάποιους ορούς γίνεται προσπάθεια να παραταθεί μια ζωή, που το κουβάρι της ολόκληρο έχει ξετυλιχθεί. Γιατί όλα αυτά;

Με πόσο διαφορετικό πνεύμα ο απ. Παύλος έβλεπε και αντιμετώπιζε το θέμα – πρόβλημα ζωή και θάνατος. «Για μένα το ζην είναι Χριστός και το αποθανείν κέρδος».

Θα έχουμε ακούσει εκφράσεις σαν και αυτές όπως: «Για μένα η ζωή μου είναι η μουσική». «Για μένα η ζωή είναι ο χορός». «Για μένα η ζωή μου είναι αυτό το παιδί». Ή ακόμα. «Για μένα η ζωή μου είναι η δουλειά μου». Και συνήθως όταν εκφράζονται με αυτόν τον τρόπο το κάνουν με τέτοια διάθεση, λες και περιμένουν να τους πεις μπράβο και να τους κρεμάσεις κάποιο μεγαλόσταυρο. Δηλαδή, η ζωή παρουσιάζεται σαν ένα δοχείο, που πρέπει να γεμίσει από κάτι, είτε ένα είναι αυτό, είτε πολλά, το πιο συνηθισμένο.

Ακριβώς μ’ αυτό το πνεύμα μιλούσε ο απ. Παύλος.

Α) Η ζωή μου είναι γεμάτη από τον Χριστό. Δεν ήταν ένα σχήμα λόγου. Ήταν μια πραγματικότητα, που τη ζούσε κάθε στιγμή.

Β) Η ζωή μου έχει νόημα, μόνο γιατί υπάρχει ο Χριστός. Όλα τα άλλα με αφήνουν αδιάφορο. Είναι τόσο ξένα σε μένα.

Γ) Η ζωή μου είναι δοσμένη στον Χριστό. Όλες μου οι ικανότητες. Όλες μου οι δυνάμεις. Όλος μου ο χρόνος. Όλα είναι δοσμένα στον Χριστό.

Αν κι εμείς θέλουμε να ελέγξουμε αν βρισκόμαστε σε παρόμοια θέση, δε νομίζω πως το πράγμα παρουσιάζει καμιά δυσκολία. Μπορούμε να ρωτήσουμε, με ειλικρίνεια και τόλμη πάντοτε τον εαυτό μας. Ποια είναι τα ενδιαφέροντά μας στη ζωή μας; Πού διαθέτουμε το χρόνο μας; Πώς σπαταλούμε τις κάποιες δυνάμεις μας ή ικανότητές μας; Ποια είναι τα θέματα, που μας αρέσει τόσο πολύ να συζητούμε γι’ αυτά; Μήπως τα γραμματόσημα, τα λουλούδια, οι δίσκοι μουσικής, αντίκες ή τα παιδιά; Θέμα μου μόνο ο Χριστός. Με τα άλλα ασχολούμαστε σαν να κάνουμε αγγαρεία, κάτι που δεν μπορούμε να το αποφύγουμε. Από τη στιγμή που θα μου πάρεις τον Χριστό, μου παίρνεις τη ζωή.

Ασφαλώς κι εμείς, μπορεί ν’ αγαπάμε τον Χριστό. Μπορεί να εκφραζόμαστε με καλά λόγια. Ίσως να προσφέρουμε κάποιες υπηρεσίες. Κι ακόμη, δεν αποκλείεται, να κάνουμε και μερικές θυσίες. Αλλά και πάλι, αν είμαστε ειλικρινείς, πρέπει να ομολογήσουμε ότι υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα σ’ αυτό που λέμε ότι είμαστε, με αυτό που λέει ο απ. Παύλος: «Για μένα το ζην είναι ο Χριστός». Δεν γίνεται σύγκριση, γιατί η απόσταση είναι τεράστια.

Μα δεν σταματώ στη ζωή. Ασχολείται και μας μιλάει και για το άλλο σκέλος. «Και το αποθανείν κέρδος». Αυτό το δεύτερο, είναι που μας σταματά, μας καθηλώνει, μας εξουθενώνει. Λέγαμε πως είμαστε γαντζωμένοι εδώ πάνω, στη φλούδα της γης. Ένας πιστός άνθρωπος έλεγε πως μοιάζουμε με τις πεταλίδες της θάλασσας, που φωλιάζουν και κολλούν στις κοιλότητες των βράχων και δεν ξεκολλούν παρά μονάχα με σουγιά και με δύναμη. Η τάση αυτή, του γαντζώματος πάνω στη γη, στη ζωή αυτή, έχει και επίσημο επιστημονικό τίτλο και τον άκουσα από το στόμα του Ε. Παπανούτσου, «βιοφιλία». Πιστεύω πως τρεις αλληλένδετοι λόγοι είναι αυτοί που αναγκάζουν τους ανθρώπους σ’ αυτή τους την απελπισμένη συμπεριφορά.

Ο πρώτος λόγος είναι η άγνοια. Ξέρουν μονάχα για τούτη τη ζωή. Το παρά πέρα τους παραμένει άγνωστο, όχι τόσο γιατί δεν υπάρχουν γνωστικά στοιχεία, μα γιατί δεν θέλησαν ν’ ασχοληθούν μ’ αυτό.

Ο δεύτερος λόγος είναι ένας εσωτερικός, βαθιά ριζωμένος φόβος για την άλλη τη ζωή, που αν και δεν έχει λογικά ερείσματα, εν τούτοις είναι τόσο πραγματικός και φανερός.

Και ο τρίτος λόγος είναι ένα απαρασάλευτο συναίσθημα ενοχής, απόλυτα δικαιολογημένο, που έχει τη ρίζα του και την ανάπτυξή του στην αμαρτία, στην αμαρτία που συνειδητά υπηρέτησαν οι άνθρωποι, κόντρα στο θέλημα του Θεού.

Περίεργη αλήθεια η λέξη που διαλέγει, για να τονίσει την αντίληψή του, τη διάθεσή του, απέναντι του θανάτου. Δεν νομίζω να βρέθηκε άλλος, που να χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη σ’ αυτό το θέμα, «κέρδος». Κέρδος είναι το πλεόνασμα μιας συναλλαγής, μιας εμπορικής πράξης. Είναι, σε επέκταση, το κίνητρο της κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας. Όλοι το αναζητούν. Όλοι το κυνηγούν. Βέβαια, σε άλλες περιοχές. Όχι στο «αποθανείν». Και όμως για τον απ. Παύλο το «αποθανείν» είναι κέρδος. Αυτή την αλήθεια, βαθιά την πίστευε και είχε γίνει συνείδηση ταυτισμένη με τη ζωή του, που διαρκώς την επαναλάμβανε. Σε άλλο σημείο την αναχώρησή του από τον κόσμο και τη συνάντησή του με τον Κύριο την αποκαλεί «πολλώ μάλλον κρείσσων». Ήταν η έντονη επιθυμία της καρδιάς του. Ζούσε πάντα μ’ αυτό το όραμα, της συνάντησής του με τον Κύριο. Ήταν η έντονη επιθυμία της καρδιάς του.

Οι εμπειρίες αυτές, που ξεκολλούν τον άνθρωπο από τα γήινα και τον μεταφέρουν σε μια σωστή αξιολόγηση πραγμάτων και καταστάσεων, γίνονται με επεμβάσεις του Θεού. Δυο φορές ο Κύριος με έφερε στο χείλος του θανάτου και μου χάρισε μια πρόγευση. Η μία έγινε πολύ νωρίς, πριν ακόμα τελειώσω το σχολείο, στο Νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων, όπου κάθε μέρα πέθαιναν από δίπλα μου άνθρωποι, ώστε το νοσοκομείο να είναι σε αδιάκοπη κίνηση, νεκρών και μελλοθανάτων. Ανάμεσά τους, αναγκάστηκα, χωρίς να το θέλω, να βλέπω και τον εαυτό μου.

Ένα ασθενοφόρο του Υγειονομικού Κέντρου με μετέφερε βιαστικά στην απομόνωση του Νοσοκομείου Λοιμωδών Νόσων. Είχα καλά τις αισθήσεις μου και παρακολουθούσα τι γινόταν δίπλα μου. Και το μόνο που γινόταν ήταν πως στο θάλαμο που βρισκόμουν πέθαιναν ο ένας μετά τον άλλο και τους σκεπάζανε μ’ ένα σεντόνι, κοκαλωμένους πια και κατ’ ευθείαν για το νεκροθάλαμο. Όταν από το μέτρημα όσων είχαν απομείνει έβγαλα το συμπέρασμα, πως η σειρά μου δεν ήταν και τόσο μακριά, τότε για πρώτη φορά σοβαρεύτηκα με τον Θεό και είχα μια μοναδική, μέχρι τότε, κοινωνία μαζί Του. Θυμάμαι τι χαρά που ένιωθα και πόσο ευτυχισμένος ήμουν.

Τη δεύτερη φορά, τώρα τελευταία, πάλι πέρασα ένα τραγικό εικοσιτετράωρο προσμένοντας τα αποτελέσματα μιας βιοψίας. Είναι κάτι που αν δεν το ζήσεις, δεν μπορείς να το καταλάβεις. Με το πνεύμα πάλι ξεπέρασα τα όρια του θανάτου, έτοιμος να συναντήσω τον Κύριο, ενώ γύρω μου όλα είχαν γίνει τόσο μικρά, ασήμαντα, ευτελή.

Τη δεύτερη αυτή φορά, το πιστεύω πως ήταν σε απάντηση προσευχών μου, πόθων της καρδιάς μου, για μια ολοκληρωτική απελευθέρωση και στενότερη γνωριμία μαζί Του. Δεν φανταζόμουν, όταν Του το ζητούσα, ότι θα χρησιμοποιούσε αυτό το σκληρό τρόπο. Ίσως αν το γνώριζα να μην το ζητούσα. Μα ευχαριστώ τον Θεό.

Τα λόγια αυτά του απ. Παύλου, μπορούμε να τα επαναλάβουμε και να τα πούμε αυθόρμητα, μόνο σαν περάσουμε το πρώτο σκαλοπάτι, που είναι το «εμοί το ζην Χριστός…» Αν δεν γίνει ο Χριστός το μόνο περιεχόμενο της ζωής μας, δεν είναι δυνατό να περάσουμε στο δεύτερο και να πούμε πως το «αποθανείν είναι κέρδος». Αν πραγματικά θέλουμε να στοχεύσουμε σ’ αυτήν την κατεύθυνση, είναι ανάγκη να γνωρίσουμε καλύτερα τον Χριστό. Και η ανάγκη αυτή πραγματοποιείται, όχι με την ανάγνωση των βιβλίων, που αναφέρονται στον Χριστό. Αυτό γίνεται με την υπακοή στο θέλημά Του. Είναι μια μυστηριακή αποκάλυψη του Προσώπου Του, που γίνεται μόνο στα πιστά τέκνα Του.

Είναι ανάγκη ακόμη να καταλάβουμε πως η απολύτρωση του Χριστού δεν σταματά στη συγχώρηση των παλιών μας αμαρτιών και στη δημιουργία νέων, που πάλι και αυτές θα έρθουν στον Χριστό για συγχώρηση. Είναι ανάγκη να καταλάβουμε πως ο Χριστός πρέπει να κατοικήσει στις καρδιές μας και να αναλάβει την απόλυτη κυριαρχία της ύπαρξής μας, σώμα, ψυχή και πνεύμα. Και είναι ανάγκη να ζητήσουμε από τον Κύριο, να δουλέψει μέσα μας, φέρνοντάς μας στο σημείο που βρισκόταν ο απ. Παύλος. Τον ίδιο Κύριο έχουμε και από τον ίδιο δρόμο της πίστης πορευόμαστε. Γιατί να μην μπορούμε να πούμε τα ίδια λόγια με αυτόν;

Δυο παραδείγματα πιστών ανθρώπων, που στην καρδιά τους ο Χριστός, απλά μα δυνατά είχε λύσει το πρόβλημα του θανάτου. Το ένα ήταν ο πατέρας μου. Από πολλά χρόνια περίμενε την ώρα της αναχώρησής του. Σε όσους, κατά τη συνήθεια, τον ρωτούσαν για την υγεία του, απαντούσε: «ετοιμάζω τις βαλίτσες μου». Αυτό, άρχισε είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια πριν φύγει από τον μάταιο τούτο κόσμο. Και έφυγε σε ηλικία ογδόντα τεσσάρων ετών.

Το άλλο παράδειγμα, είναι από έναν πιστό άνθρωπο, που τον είδα γελαστό να περιμένει το θάνατο. Και ήταν βέβαιος. Τον περίμενε, αν και η ηλικία του δεν ήταν μεγάλη. Όταν του ανέφερα παραδείγματα αδελφών που τους θεράπευσε ο Κύριος, μου έδωσε την απάντηση, πως εκείνοι οι άλλοι είχαν ζητήσει από τον Κύριο να τους θεραπεύσει. Ενώ αυτός δε ζήτησε κάτι τέτοιο. Το είχε αφήσει, όχι μόνο στα χέρια, μα και στην εκλογή του Θεού.

Το ζην Χριστός και ο θάνατος, οπωσδήποτε, κέρδος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Πήγαινε!

Eπέστρεψε στο Χριστό

Φυλαχτείτε από ένα σοβαρό σύνδρομο....

Που είναι οι άνδρες?

Τρέξε για τη ζωή σου!

Ξύπνα εκκλησία!

Προσευχηθείτε για τη δύναμη του Θεού

Υπάρχει Ένας Άλλος Κόσμος

Zώντας την αγάπη