Blogger Widgets




16 Απριλίου 2010

Πώς θεραπεύτηκα από την κώφωση, την ινομυαλγία και άλλες αρρώστιες

Ρεμπέκα - Abernethy, Schottland

Photo of ΡεμπέκαΓεια σας, με λένε Ρεμπέκα και θα ήθελα να σας εκμυστηρευτώ, πώς γνώρισα τον Θεό και πώς Αυτός με θεράπευσε.
Πρώτα απ’ όλα όμως θα ήθελα να σας διηγηθώ για το φόντο της ζωής μου. Μεγάλωσα στο Abernethy, μία μικρή πόλη στο Perthshire της Σκωτίας. Στα δώδεκα μου γνωρίστηκα με δυο αδέλφια, που τότε είχαν μετακομίσει στον επάνω δρόμο του πατρικού μου σπιτιού. Με τον Μπίλυ είχαμε την ίδια ηλικία, ενώ η Κλαούντια ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερη. Επειδή πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο, περνούσαμε πολύ χρόνο μαζί στο σχολικό λεωφορείο και στα διαλείμματα. Λίγο καιρό αφού γνωριστήκαμε, κατάλαβα ότι ήταν χριστιανοί. Οι γονείς μου δεν ενθουσιάστηκαν καθόλου απ΄αυτό το γεγονός, καθώς πίστευαν ότι είχαν να κάνουν με κάποια αίρεση. Έτσι λοιπόν, ξεκαθάρισαν σε μένα, το δίδυμο αδελφό μου και τις αδελφές μου πως θα έπρεπε να ξεκόψουμε από αυτούς. Μας είχε απαγορευτεί να έρθουμε σε επαφή με οποιονδήποτε από τη γειτονιά που ανήκε σε αυτή τη «λατρεία».

Εγώ φυσικά στο σχολείο έκανα παρέα με την Κλαούντια και τον Μπίλυ, γιατί δεν έβρισκα κάτι κακό στο γεγονός ότι ήταν χριστιανοί. Θεωρούσα μάλιστα τον εαυτό μου επίσης χριστιανή, εφόσον πήγαινα με τον πατέρα μου κάθε Κυριακή στην εκκλησία. Αλλά και πέρα απ΄αυτό ήταν οι φίλοι μου! Ποτέ δεν θα τους αρνούμουν έτσι απλά λόγω της θρησκείας ή της πίστης τους.
Στο σχολείο ήμουν αντικείμενο πειραγμάτων και επιθέσεων που με έκαναν μελαγχολική, ενώ παράλληλα έκανα κακό στον εαυτό μου αυτοτραυματιζόμουν, όντας ήδη ανορεκτική, μια κατάσταση που έφτασε στο στάδιο της βουλιμίας. Δυο φορές μάλιστα έκανα απόπειρα αυτοκτονίας.
Η Κλαούντια ήταν πάντα κοντά μου. Όποτε είχα δυσκολίες, πάντα έβρισκα σε αυτήν ένα καταφύγιο. Δεν ξέρω πώς να το περιγράψω, αλλά όταν ήμουν μαζί της μπορούσα να ξεχάσω όλες μου τις έγνοιες. Ήμουν σε θέση να χαλαρώσω και να απολαύσω τη ζωή – ήμουν απλά ευτυχισμένη. Όταν παράτησα το σχολείο με τα 16 μου, κράτησα τη σχέση μου με τη Κλαούντια. Μετά από ένα χρονικό διάστημα όμως αρχίσαμε να αποκρυνόμαστε. Όταν έγινα δεκαεννιά χρονών, έφυγα από το σπίτι των γονιών μου και μετακόμισα στο Dunfermline, με σκοπό να κάνω μια εκπαίδευση ως σχεδιάστρια κοσμημάτων από άργυρο. Με την Κλαούντια διακόψαμε κάθε επαφή.
Εκείνη την περίοδο δεν άκουγα από το δεξί μου αυτί. Έπασχα από μια εκ γενετής κεντρική διαταραχή ακοής. Αυτό το διέγνωσαν οι γιατροί όταν ήμουν τεσσάρων χρονών, ενώ ήδη από το ξεκίνημα της εφηβείας μου φορούσα ακουστικό βαρηκοϊας. Όταν έγινα δεκατέσσερα, οι γιατροί διέγνωσαν ότι έπασχα από ινομυαλγία. Εκτός από αυτές έπασχα από πολύ νωρίς στη ζωή μου από διάφορες αρρώστειες. Μερικές από αυτές ήταν: σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, ασθένεια στις κλειδώσεις της γνάθου, πάθηση του αγκώνα, φλεγμονή της επιγονατίδας (γνωστή ως „jumper’s Knee“), σύνδρομο „νευρικού εντέρου“, τινίτιδα (πάθηση ακοής), ρινίτιδα (φλεγμονή του ρινικού βλεννογόνου υμένα). Είχα προβλήματα με τη μύτη και τον φάρυγγα. Είχα αμυγδαλίτιδα και οι αδένες μου ήταν μονίμως πρησμένοι, συμπτώματα πυρετού των αδένων. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων ήταν πάντα αρνητικά.
Μέχρι εκείνο το σημείο τα κατάφερνα με την κατάσταση της υγείας μου. Έπρεπε πάντα να αγωνίζομαι, αλλά παρόλα αυτά κατάφερνα να πηγαίνω στο σχολείο και στη δουλιά, και να διατηρώ μια κοινωνική ζωή. Αλλά μετά, λίγο καιρό από την άφιξη μου στο Dunfermline αρρώστησα πραγματικά. Οι πόνοι ήταν τόσο ανυπόφοροι και η κόπωση τόσο μεγάλη, που δεν ήμουν σε θέση να σηκωθώ από το κρεβάτι. Όχι πολύ καιρό μετά, μου ήταν πλέον αδύνατο να ζήσω φυσιολογικά. Οι πόνοι και η κόπωση με παρέλυαν σε τέτοιο βαθμό, με αποτέλεσμα να παραμελώ τις σπουδές μου και τις υποχρεώσεις μου στη μερικής απασχόλησης δουλιά μου. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, διαγνώστηκε ότι έπασχα από γλωσσοφαρυγγική νευραλγία. Σε αυτήν την περίπτωση ένα νεύρο και μια αρτηρία στο πίσω μέρος του εγκεφάλου τρίβονται μεταξύ τους προκαλώντας ανυπόφορους πόνους. Ήταν σαν κάποιος να μου έμπηγε ένα μαχαίρι μέσα στο αριστερό μου αυτί. Για να μη παραξηγηθώ, πρέπει να πω ότι κάποιες φορές υπήρχαν και καλές μέρες, όπου μπορούσα να κάνω καμιά βόλτα. Στην πλειοψηφία όμως των περιπτώσεων ήμουν ουσιαστικά καθηλωμένη στο κρεβάτι.
Μόνο αν έχεις περάσει μέσα από ανάλογες καταστάσεις και έχεις υποφέρει τέτοιους πόνους της μίας ή της άλλης αρρώστειας, τότε μόνο είσαι σε θέση να καταλάβεις τι υπέφερα εγώ κάθε μέρα. Κάθε μέρα αδιάκοπα! Μόνο τότε μπορείς να καταλάβεις πόσο αποθαρρυντικό είναι να ξέρεις ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτε. Στο νοσοκομείο μου έκαναν ένεση στεροειδών, με σκοπό να καταπραϋνουν τους πόνους μου. Έκανα χρήση και άλλων δυνατών αναλγητικών ηρεμιστικών, συμπεριλαμβανομένου και του Tramandol (το οποίο βασίζεται στη μορφίνη) και του Diazepam. Παράλληλα έπαιρνα και δυνατά αντιφλεγμονικά φάρμακα όπως Arthotec, τα οποία μου προξενούσαν στομαχικές διαταραχές. Λόγω της γλωσσοφαρυγγικής νευραυλγίας έπρεπε να χειρουργηθώ. Ήθελαν να μου ανοίξουν το κρανίο και να τοποθετήσουν μία προσθήκη μεταξύ μίας αρτηρίας και ενός νεύρου. Αυτό θα αποτελούσε μια προσπάθεια θα είχε τον σκοπό να εξαφανίσει τελείως τους πόνους μου. Το ποσοστό επιτυχίας αυτής της εγχείρησης υπολογιζόταν στα 80%.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή είχα χάσει κάθε φιλοδοξία για οτιδήποτε και ένοιωθα να παγιδεύομαι και σταδιακά να αποκόβομαι από τον κόσμο. Δεν είχα πλέον κοινωνικές επαφές και αναγκάστηκα να παρατήσω τόσο τις σπουδές μου όσο και τη μερικής απασχόλησης δουλιά μου. Οι γιατροί υποστήριζαν ότι δεν θα γινόμουν ποτέ τελείως καλά, αλλά ότι τα συμπτώματα είτε ίσως να σταθεροποιηθούν είτε να επιδεινωθούν. Βρισκόμουν σε κατάθλιψη και σε απόγνωση και γι΄αυτό το λόγο επισκέφθηκα έναν ψυχολόγο. Το μυαλό μου ήταν συνεχώς απασχολημένο με ερωτήσεις: „Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν όλα αυτά και τι νόημα έχουν;“ και „τι έκανα για να αξίζω κάτι τέτοιο;“ Είχα κουραστεί να είμαι συνεχώς τόσο καταπονημένη και άρρωστη.

Όταν έφτασα στο ναδίρ της ζωής μου και σκεφτόμουν διαρκώς την αυτοκτονία, βρέθηκαν δύο γυναίκες στην πόρτα μου. Τις άνοιξα και αυτές άρχισαν να μου μιλούν για τον Θεό. Πάντα πίστευα στον Θεό, αλλά έτσι από αντίδραση δεν με ενδιέφεραν αυτά που έλεγαν. Κυρίως γιατί δεν τις γνώριζα. Μου ήταν τελείως άγνωστες. Πώς είναι δυνατόν να τις εμπιστευτώ αυτές και αυτά που μου έλεγαν; Όταν έφυγαν, ξέσπασα σε κλάματα. Τότε συνειδητοποίησα τι έπρεπε να κάνω. Έπρεπε να μάθω, αν ο θεός πραγματικά υπάρχει. Η πρώτη μου σκέψη ήταν: Πού είναι η Κλαούντια; Πώς μπορώ να την βρω πάλι; Επειδή ήξερα ότι σε αυτήν θα έβρισκα τις απαντήσεις που έψαχνα.
Αλλά υπήρχε ένα πρόβλημα, αφού γνώριζα ότι οι γονείς μου ήταν αντίθετοι σε αυτό το ενδεχόμενο. Γι΄αυτούς ήταν ξεκάθαρο ότι επρόκειτο για μια λεγόμενη αίρεση και σε αυτήν ανήκε και η Κλαούντια. Φοβόμουν την αντίδρασή τους. Θεωρούσα ότι είχα ανάγκη τους γονείς μου για λόγους υγείας. Δεν είχα σκοπό να τους ξεγελάσω. Τελικά, αφού το σκέφτηκα αρκετές εβδομάδες, αποφάσισα ότι δεν άξιζε τον κόπο.
Ήμουν τόσο άρρωστη που αναγκάστηκα να πάρω τηλέφωνο στην μητέρα μου για να τη ρωτήσω, αν μπορούσα να γυρίσω σπίτι. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Πέρα όλων αυτών, δεν ήμουν και σε θέση να φροντίσω ούτε τον εαυτό μου ούτε το διαμέρισμά μου. Οι γονείς μου και η αδελφή μου ήρθαν στο Dunfermline για να με πάρουν μαζί τους στο σπίτι. Η μητέρα μου παρατήρησε πως αυτό αποτελούσε μόνο προσωρινή λύση μέχρι να σταθώ στα πόδια μου και να γυρίσω πάλι στο διαμέρισμά μου. Πάλι στο Abernethy μερικές εβδομάδες μετά έκανα μια βόλτα στο χωριό, έτσι απλώς για να βγω λίγο έξω να ξεσκάσω. Καθώς επέστρεφα συνάντησα την Κλαούντια! Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο χαρούμενη ήμουν τη στιγμή που την αντίκρυσα. Είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που την είδα τελευταία φορά.
Από εκείνη τη μέρα κρατήσαμε την επαφή μας και συναντιόμασταν τακτικά. Στη διάρκεια των συζητήσεων για τη ζωή μας έμαθε για όλα αυτά τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζα. Μια μέρα για να με βγάλει από το σπίτι με κάλεσε σε μια συνάθροιση. Τότε δε γνώριζα καν τι σημαίνει «συνάθροιση». Δέχτηκα έτσι αβίαστα χωρίς να με ενδιαφέρει με ποιον, τι, γιατί, πού, πότε και πώς θα ήταν. Απλά δέχτηκα χωρίς να σκεφθώ τίποτα. Σαν να μην ήταν αναγκαίο να θέσω περισσότερες ερωτήσεις. Ήταν σαφώς πιο σημαντικό να παραβρεθώ εκεί. Στους γονείς μου δεν είπα πού θα πάω. Σηκώθηκα και πήγα.
Διαπίστωσα πως αυτό που σήμαινε «συνάθροιση», ήταν η συνάντηση μιας ομάδας ανθρώπων μιας χριστιανικής εκκλησίας σε ένα σπίτι, με σκοπό να βρεθούν μαζί, να μιλήσουν για το λόγο του Θεού και να τραγουδήσουν ύμνους. Η συνάθροιση ήταν παράξενη, αλλά κατά κάποιο τρόπο μπορούσα να συνεννοηθώ με αυτούς τους ανθρώπους, τους οποίους ούτε καν τους γνώριζα. Έγινε το καταφύγιο μου. Ένοιωθα να είμαι κομμάτι τους. Ήταν κάτι ιδιαίτερο (ΙΩΑΝΝΗΝ 13:35) και δεν ήθελα να φύγω.
Τις επόμενες εβδομάδες η Κλαούντια με κάλεσε και σε άλλες συναθροίσεις. Ήθελα να πάω, αλλά ήμουν άρρωστη και τελείως καταπονημένη από τα συμπτώματα. Μια Τετάρτη που αισθανόμουν καλύτερα, βρήκα τη δύναμη να παραβρεθώ σε μια συνάθροιση. Αυτή τη φορά αποφάσισα να πω στους γονείς πού είχα σκοπό να πάω. Αυτοί σοκαρίστηκαν και ήταν τελείως δυστυχισμένοι με αυτήν την εξέλιξη, αλλά τελικά δεν με απέτρεψαν. Με προειδοποίησαν όμως, και μάλιστα η μητέρα μου είπε σαρκαστικά ότι αυτοί οι άνθρωποι θα προσπαθήσουν να με πείσουν ότι είναι σε θέση να με θεραπεύσουν.
Το πρώτο πράγμα που ειπώθηκε στη συνάθροιση ήταν ότι θα ακολουθούσε μια βραδιά θεραπείας. Σκεφτόμενη τη μητέρα μου κι αυτό που μου είχε πει πρωτύτερα, ανησύχησα κάπως. Δε γνώριζα τίποτα σχετικό με τη θεραπεία. Ακόμη περισσότερο δε γνώριζα τίποτα σχετικό με τη θεραπεία του Θεού. Γι’ αυτό το λόγο μου έδειξαν γραφές της Βίβλου, όπως για παράδειγμα ΜΑΡΚΟΝ 16:15-20, ΗΣΑΊ'ΑΣ 53:5, ΜΑΤΘΑΙΟΝ 4:23 και ΕΒΡΑΙΟΥΣ 13:8 και μου εξήγησαν τι σήμαιναν αυτές οι γραφές. Καθόμουν και παρακολουθούσα, πώς προσεύχονταν γι’ άλλους. Η προσφορά ίσχυε και για μένα. Σ’ εμένα έγκειτο, αν ήθελα, να ζητήσω θεραπεία. Λόγω των αρνητικών παρατηρήσεων της μητέρας μου, ήμουν κάπως επιφυλακτική στις σκέψεις μου. Καθώς δεν είχα τίποτα να χάσω, παρά μόνο να κερδίσω, αποφάσισα να δοκιμαστώ. Είχα κλάψει τόσο συχνά για να φύγουν οι πόνοι. Παρόλα αυτά για μένα ήταν ένα μεγάλο βήμα, αφού μετά από τόσο καιρό ασθενής γίνεσαι ένα με την αρρώστεια σου. Το να σε εγκαταλείψει, ήταν σαν να χάνεις ένα κομμάτι από το σώμα σου.
Πήρα το θάρρος να ζητήσω να προσευχηθούμε ειδικά για την γλωσσοφαρυγγική νευραλγία από την οποία έπασχα. Πιαστήκαμε από τα χέρια και αυτοί προσευχήθηκαν στο όνομα του Ιησού Χριστού (ΜΑΡΚΟΝ 16:18). Οι πόνοι ήταν λίγο μετά ακόμη παρόντες. Ακόμη ήταν σαν να μου τρυπούσαν το αυτί με μια βελόνα. Τα είχα λίγο χαμένα γιατί από τη μια ήθελα να θεραπευτώ αλλά από την άλλη μου περνούσαν από το μυαλό οι προειδοποιήσεις των γονιών μου. Τι θα έπρεπε να σκεφθώ; Υπήρχε πραγματικά ο Θεός; Τέλος πάντων, είχαμε κάτι να φάμε και να πιούμε και καθήσαμε να τα πούμε για ένα διάστημα. Είχα την αίσθηση ότι αυτούς τους ανθρώπους τους γνώριζα όλο και καλύτερα. Την ίδια βραδιά όταν ξεκινήσαμε να φύγουμε, βγήκα έξω στο τσουχτερό κρύο και σε μια στιγμή από το τίποτα οι πόνοι μου εξαφανίστηκαν! Εξαφανίστηκαν στην κυριολεξία!! Ήταν απίστευτο! Μετά από τρεισήμιση χρόνια συνεχών πόνων, ξαφνικά γλύτωσα απ’ αυτούς. Ήμουν τόσο ευτυχισμένη που δεν μπορούσα να σταματήσω να γελάω και να λέω στην Κλαούντια αυτό που μου συνέβαινε. Όλο αυτό το θέμα ήταν τόσο εκπληκτικό. Ήταν ένα Θαύμα! Συνειδητοποίησα ότι Ο ΘΕΟΣ ΥΠΗΡΧΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ!! Μέχρι και τώρα που σας γράφω οι πόνοι δεν επέστρεψαν ξανά.
Την Τετάρτη που ακολούθησε είπα στους γονείς μου ότι θα πήγαινα πάλι σε μια συνάθροιση. Αυτοί με προειδοποίησαν πως αν το έκανα δεν θα ήμουν ξανά ευπρόσδεκτη σε αυτό το σπίτι. (ΜΑΤΘΑΙΟΝ 10:35-36). Εγώ βέβαια πήγα στη συνάθροιση. Έπρεπε να γνωρίσω τον Θεό. Έτσι, έφυγα από το σπίτι των γονιών μου και εγκαταστάθηκα σε φίλους. Την Παρασκευή ήμουν πάλι καλεσμένη σε μια βραδιά προσευχής. Πήγα γιατί ήθελα να δω πώς ήταν. Όχι πολύ μετά από τη στιγμή που αρχίσαμε τις προσευχές, παρατήρησα ότι έβλεπα γραφές στην Βίβλο (ΙΩΑΝΝΗΝ 3:5 ,ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 2:38-39) και τότε ζήτησα να βαφτιστώ. Διαβάζαμε κάποιες γραφές σχετικά με το Άγιο Πνεύμα (ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 2:4, ΛΟΥΚΑΝ 11:13) και μερικά λεπτά μετά καθώς μέσα μου αναζητούσα τον Κύριο, ένοιωσα να με γεμίζει το Άγιο Πνεύμα και άρχισα να μιλάω σε μια νέα γλώσσα.
Μετά τη βάφτισή μου με ολική κατάδυση, πιαστήκαμε ξανά από τα χέρια. Προσευχήθηκαν στον Θεό και τον παρακάλεσαν να με λυτρώσει από όλα τα προβλήματα υγείας που είχα και συγκεκριμένα από την κώφωση στο δεξί μου αυτί. Ο Θεός με θεράπευσε αυτοστιγμεί! Λίγο μετά μίλησε κάποιος από τα δεξιά μου και τρόμαξα, γιατί μου φάνηκε ότι μίλησε πολύ δυνατά. Μάλιστα ένοιωσα κάτι να με γαργαλάει. Σαν να ξαναζωντάνεψε όλη η δεξιά πλευρά του κόσμου για μένα! Δεν ήμουν πια κουφή και δεν έπρεπε να ξαναχρησιμοποιήσω το ακουστικό βαρηκοίας. H ινομυαλγία είχε εξαφανιστεί. Δεν υπέφερα πια από τους πόνους που με ταλαιπωρούσαν όλα τα χρόνια και ένοιωθα τέτοια ενέργεια που ήθελα να τρέξω, να τρέξω, να τρέχω ασταμάτητα. Και μέσα σ’ όλα αυτά εκείνη τη νύχτα κοιμήθηκα σαν πουλάκι. Πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό τα κατάφερα να κοιμηθώ. Τι εκπληκτικό θαύμα! Και για να το επαναλάβω: Μέχρι αυτή τη στιγμή που σας γράφω δεν ξαναείχα ποτέ ξανά οποιοδήποτε σύμπτωμα αυτών των αρρωστειών. Δεν ξαναπήρα φάρμακα και δεν χρειάστηκε να ξαναπάρω ούτε καν παρασεταμόλ. Τώρα έχω δουλιά, μια ζωή και όλα αυτά χάρη στην αγάπη του Θεού που με θεράπευσε.
Σ’ ευχαριστώ που βρήκες το χρόνο να διαβάσεις αυτή τη μαρτυρία. Ελπίζω να σου χρησιμεύσει για τη ζωή σου.
Με αγάπη στο όνομα του Ιησού Χριστού, Ρεμπέκα

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Πήγαινε!

Eπέστρεψε στο Χριστό

Φυλαχτείτε από ένα σοβαρό σύνδρομο....

Που είναι οι άνδρες?

Τρέξε για τη ζωή σου!

Ξύπνα εκκλησία!

Προσευχηθείτε για τη δύναμη του Θεού

Υπάρχει Ένας Άλλος Κόσμος

Zώντας την αγάπη