Το κουδούνι στο σχολείο είχε χτυπήσει. Χωρίς δεύτερη κουβέντα, οι μαθητές αναχωρήσαμε, με τον σάκο στον ώμο, για τα σπίτια μας. Ακόμη μια σχολική μέρα τελείωνε με ανάμιχτα συναισθήματα. Μισούσα την δουλειά που έκαμνα μετά τις ώρες του σχολείου, κι ας μην υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος λόγος για αυτό. Ήμουν μια έφηβη, που μισούσε ότι την εμπόδιζε να κάνει αυτό που πραγματικά ήθελε.
Το κουδούνι στο σχολείο είχε χτυπήσει. Χωρίς δεύτερη κουβέντα, οι μαθητές αναχωρήσαμε, με τον σάκο στον ώμο, για τα σπίτια μας. Ακόμη μια σχολική μέρα τελείωνε με ανάμιχτα συναισθήματα. Μισούσα την δουλειά που έκαμνα μετά τις ώρες του σχολείου, κι ας μην υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος λόγος για αυτό. Ήμουν μια έφηβη, που μισούσε ότι την εμπόδιζε να κάνει αυτό που πραγματικά ήθελε. Κι όμως αυτή η δουλειά αποτελούσε το όνειρο κάθε δεκαεφτάχρονης κοπέλας: έβγαζα τα λεφτά με τα οποία μπορούσα να ψωνίσω ρούχα, δούλευα μαζί με την κολλητή μου και εξασκούμουν στην δουλειά του γραφείου. Άσε που και οι συνεργάτες μου ήταν πάρα πολύ ευγενικοί.
“Είσαι έτοιμη;”, φώναξε η κολλητή μου από την άλλη άκρη του διαδρόμου. “Όχι, αλλά ας φύγουμε…”, είπα πηγαίνοντας στο αυτοκίνητο. Πήγαμε γρήγορα στην δουλειά και μπήκα όσο πιο γρήγορα γινόταν στο γραφείο μου, πρώτου προλάβει να με κατηγορήσει κάποιος για τ’ ότι άργησα. Και τι κάμναμε; Η φίλη μου και εγώ, σηκώναμε το τηλέφωνο, καταχωρούσαμε διάφορους φακέλους και δουλεύαμε στον υπολογιστή… Περιττό να πω πόσο απολάμβανα αυτήν την μονότονη δουλειά.
“Χρειάζομαι κάτι συναρπαστικό”, σκέφτηκα. “Όταν είσαι νέος πρέπει να περνάς καλά και να κάνεις κέφι, έτσι δεν είναι;”.
Ξαφνικά μια μεγαλύτερη σε ηλικία συνάδερφος, μας έκανε μια ελκυστική πρόταση: “Κορίτσια, θέλετε αυτό το σαββατοκύριακο να έρθετε στο σπίτι μου; Ο φίλος μου είναι μέλος ενός μουσικού συγκροτήματος. Θα έρθουν και οι φίλοι του από το συγκρότημα για να το διασκεδάσουμε λίγο… Μπορείτε και εσείς να περάσετε καλά μαζί μας. Αν θέλετε να συμμετάσχετε...”
Αν θέλαμε να συμμετέχουμε; Και βέβαια ήθελα να πάω. Και πιο πολύ ήθελα να με συμπαθήσουν τα παιδιά από το συγκρότημα. Το μόνο πρόβλημα ήταν πως δεν είχα ιδέα τι εννοούσε όταν έλεγε να “συμμετέχουμε”. Ήμασταν άβγαλτες έφηβες και δεν ξέραμε πως να προστατευτούμε από κάτι τέτοιους επικίνδυνους μπελάδες. Κι όμως, προπαντός ήμασταν άβγαλτες έφηβες που ήθελαν να είναι δημοφιλείς. Έτσι λοιπόν δεν μας ενδιέφεραν οι λεπτομέρειες.
Το σαββατοκύριακο ήρθε και εμείς πήγαμε στην συνάδελφο, που κατοικούσε
στην άλλη άκρη της πόλης.
Μπροστά στην είσοδο του σπιτιού της, χαμογελάσαμε ευχαριστημένες η μία στην άλλη και χτυπήσαμε την πόρτα. Οι γονείς μας δεν είχαν ιδέα για το που βρισκόμασταν. Σάμπως είχαμε εμείς ιδέα τι μας περίμενε; Μια συνάδελφος ήταν… αθώο μας ακούστηκε;
“Το πιστεύεις πως μας κάλεσαν για να κάνουμε παρέα με ένα μουσικό συγκρότημα;”, ψιθύρισα στην φίλη μου.
“Γεια σας κορίτσια, ελάτε μέσα! Ελάτε να γνωρίσετε τα παιδιά… Παιδιά, ήρθανε. Να είστε ευγενικοί μαζί τους, εντάξει;” φώναξε η συνάδελφος μας και πήγε να καθίσει κοντά στον φίλο της. Ο καθένας μας χαιρέτησε με ένα ύπουλο χαμόγελο. Γνώριζαν καλά πως ο τρόπος διασκέδασης τους ήταν καινούργιος για μας και σκόπευαν να μας κατατοπίσουν σε ότι κι αν σκόπευαν να κάνουν. Άπειρα κορίτσια, αυτό ήμασταν γι’ αυτούς. Ήμασταν πολύ πιο άπειρες απ’ ότι νόμιζαν. Κι όμως μας δέχτηκαν απευθείας φιλικά. Νιώσαμε από την μια στιγμή στην άλλη σαν κάτι ιδιαίτερο. Αυτή ήταν η αντίληψη μας. Όμως αυτό το πάρτι ήταν διαφορετικό απ’ όλα τ’ άλλα πάρτι που είχαμε πάει μέχρι τότε. Η μουσική ήταν πολύ δυνατή, το φως χαμηλωμένο και ο καθένας έκαμνε ότι ήθελε και με όποιον ήθελε. Μερικά πολύ συμπαθητικά αγόρια ήταν επίσης εκεί. Αυτό μας έκανε να νομίζουμε πως τα πράγματα δεν θα πήγαιναν και τόσο χάλια. Περιμέναμε πως θα υπήρχε αλκοόλ. Αυτό ίσως να μπορούσαμε να το αποφύγουμε… όμως και ναρκωτικά; Τα παιδιά εδώ περνάν ναρκωτικά μπροστά σ’ όλους και αυτά περνούσανε από χέρι σε χέρι. Δεν γνωρίζαμε πως η συνάδελφος μας θα ήξερε για όλη αυτήν την κατάσταση και πως θα μας καλούσε παρ’ oλ’ αυτά στο σπίτι της.
Καθώς ήμασταν σ’ αυτό το δωμάτιο μαζί με όλους αυτούς τους νέους που θεωρούσαμε πολύ “ανεβασμένους” και θέλοντας και οι ίδιοι μας να τους μοιάσουμε, καλούμασταν να πάρουμε μια σημαντική απόφαση: να συμβιβαστούμε ή να φύγουμε. Μια μόνο φορά δεν θα μας έβλαπτε, έτσι μας λέγανε. Είχανε όμως μεγαλώσει σε Χριστιανική οικογένεια και γνωρίζαμε την αλήθεια για τα ναρκωτικά. Πόσο εύκολα θα μπορούσαμε να είχαμε ξεχάσει την πίστη μας εκείνο το βράδυ και πόσο εύκολα θα μπορούσε να είχε αλλάξει η ζωή μας… δραματικά.
Το ενδιαφέρων όλων για μας και οι ματιές των συμπαθητικών αγοριών αποτελούσαν μεγάλο πειρασμό. Όταν κάποιος δείχνει ενδιαφέρον για έναν έφηβο, δύσκολα θ’ απορριφθεί. Ευτυχώς γνωρίζαμε πως υπήρχε και κάποιος Άλλος που ενδιαφερόταν για μας. Μάλιστα το ενδιαφέρον Του ήταν αληθινό. Αυτός δεν προσπαθούσε να μας παραπλανήσει και να μας εκμεταλλευτεί. Κάθε άλλο. Αυτός, ο Ιησούς Χριστός, μας αγαπούσε αληθινά.
Εκείνο το βράδυ η φίλη μου και εγώ αποφασίσαμε να μην θυσιάσουμε τον εαυτό μας και την ευτυχία μας για λίγες πρόσφατες στιγμές χαράς. Οι προτροπές των γονιών μας, δεν έμοιαζαν άλλο τόσο υπερβολικές. Εκείνο το βράδυ αποφασίσαμε να πάρουμε στα σοβαρά το κάλεσμα του Χριστού, να ζήσουμε συνειδητά μαζί και να τον ακολουθήσουμε υπάκουα, γνωρίζοντας πως κανένας άλλος δεν θα μπορέσει ποτέ να μας αγαπήσει όσο Αυτός μας αγάπησε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου