Α' Βασιλέων 19 : 1 - 21
Ο Ηλίας είναι, δίχως αμφιβολία, ένας από τους ήρωες της Αγίας Γραφής. Ήταν επίσης άνθρωπος ταπεινός όπως είδαμε. Μην ξεχνάμε όμως πως ήταν βασικά άνθρωπος σαν κι εμάς «ομοιοπαθής». Πέρασε την απογοήτευση, κατάθλιψη αποθάρρυνση. Έφτασε κι αυτός σε σημεία οριακά. ]
Όποιος μελετά τον Λόγο του Θεού αυτές γνωρίζει πως οι στιγμές αυτές δεν είναι σπάνιες, ακόμη και στους ήρωες της πίστης. Ο Παύλος γράφει για κάποια στιγμή της διακονίας του στην Ασία, Επειδή, δεν θέλουμε να αγνοείτε, αδελφοί, για τη θλίψη μας, που μας συνέβηκε στην Ασία, ότι στενοχωρηθήκαμε σε υπερβολικό βαθμό, περισσότερο από τη δύναμή μας, ώστε απελπιστήκαμε και από το να ζούμε (Β’ Κορινθίους 1:8). Δεν είναι περίεργο λοιπόν, που και ο Ηλίας σε κάποιο σημείο φαίνεται να «έπιασε πάτο». Για πολύ καιρό αντιστάθηκε σε αντιξοότητες και δυσκολίες, τώρα όμως, μετά από μια μεγάλη νίκη «απελπίστηκε» και αυτός «από το να ζει».
Είναι καλό αδελφοί που το κεφάλαιο αυτό συμπεριλαμβάνεται στην Αγία Γραφή. Είναι καλό που όταν ο Θεός χρησιμοποιεί ανθρώπους τους περιγράφει όπως είναι. Δεν κρύβει τις αδυναμίες τους ή τις αμαρτίες τους, τα λάθη τους ή τις απογοητεύσεις τους. Και είναι καλό γιατί μαθαίνουμε τι σημαίνει κάποιος να είναι αυθεντικός. Αυθεντικός σημαίνει πραγματικός, γνήσιος, σημαίνει άνθρωπος σε πορεία, όχι κάποιος που πάντα κρατά το προσωπείο του αλώβητου, του ατσαλάκωτου χωρίς προβλήματα και αδυναμίες.
Στο σημερινό περιστατικό, οι ήρωες είναι ο Αχαάβ, η Ιεζάβελ, ο Ηλίας και ο Θεός. Και με αυτή τη σειρά θα δούμε τι έχει να μας πει ο Θεός σήμερα.
Πρώτα έχουμε τον Αχαάβ ένα βασιλιά που κυριαρχείται, που άγεται από τη γυναίκα του την Ιεζάβελ: Και ο Αχαάβ ανήγγειλε στην Ιεζάβελ όλα όσα έκανε ο Ηλίας, και με ποιον τρόπο θανάτωσε με ρομφαία όλους τούς προφήτες (Α’ Βασιλέων 19:1). Ο Αχαάβ έλιωσε κάτω από το βάρος της πίεσης.
Όταν συνέβη αυτό στηρίχθηκε στη γυναίκα του για να το ξεπεράσει και να του δώσει δύναμη να επιβιώσει. Η προσωπική του ανασφάλεια θα ήταν πρόβλημα ακόμη κι αν η Ιεζάβελ ήταν ένας καλός άνθρωπος. Μόνο καλός άνθρωπος δεν ήταν όμως. Ο Αχαάβ στηρίχθηκε σε αυτήν για τις ευθύνες του ως μονάρχης. Η σχέση τους ήταν περισσότερο μητέρας και παιδιού παρά σχέση συζύγων. Και όταν ο Αχαάβ στράφηκε στην Ιεζάβελ, αυτή άρπαξε την ευκαιρία. Στην πραγματικότητα ανέλαβε εκείνη τα ηνία.
Και η Ιεζάβελ έστειλε έναν μηνυτή στον Ηλία, λέγοντας: Έτσι να κάνουν οι θεοί και έτσι να προσθέσουν, αν αύριο αυτή περίπου την ώρα δεν κάνω τη ζωή σου σαν τη ζωή ενός από εκείνους (Α’ Βασιλέων 19:2). Η Ιεζάβελ είναι ένα κλασσικό παράδειγμα κυριαρχικού ανθρώπου. Πήρε την κατάσταση στα χέρια της γρήγορα, δεύτερο, έκανε τη δουλειά που ο άντρας της έπρεπε να κάνει, και την έκανε με το δικό της τρόπο. Τρίτο, κατέφυγε σε απειλές, ψέματα, χειραγώγηση καταστάσεων, συνομωσίες όταν είδε την αδυναμία του άντρα της να χειριστεί τα πράγματα όπως εκείνη πίστευε πως έπρεπε να γίνουν.
Βλέπουμε τις απειλές όταν στέλνει το μήνυμα στον Ηλία:Το ίδιο σε μένα να κάνουν οι θεοί αν αύριο δεν σου πάρω τη ζωή, όπως πήρες των προφητών τη ζωή. Με απλά λόγια, αύριο να είσαι βέβαιος θα σε σκοτώσω.
Και ποιον απειλεί; Απειλεί τον Ηλία. Τον προφήτη του Θεού που έζησε στον χείμαρο Χερίθ, τον άνθρωπο που εμπιστεύθηκε το Θεό να του στέλνει φαγητό με ένα κοράκι, τον άνθρωπο που σηκώθηκε και περπάτησε στα Σαρεπτά της Σιδώνας, που ανέστησε το γιο της χήρας, που προσευχήθηκε να πέσει φωτιά κι έπεσε. Τον άνθρωπο που με ταπείνωση προσευχήθηκε στο Θεό να στείλει βροχή όπως είχε υποσχεθεί. Ένα άνθρωπο που όταν έχει κάποιος διαβάσει την ιστορία πιο πριν σκέφτεται, «σιγά και που θα στεναχωρηθεί ο Ηλίας με τις απειλές της Ιεζάβελ». «Σιγά και που θα την πάρει σοβαρά». Κι όμως, την πήρε σοβαρά.
Είναι άνθρωπος, είναι ομοιοπαθής με εμάς. Και αφού έτσι είναι δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το ότι διαβάζουμε: Και επειδή φοβήθηκε, σηκώθηκε, και αναχώρησε χάρη τής ζωής του, και ήρθε στη Βηρ-σαβεέ, που είναι στον Ιούδα, και άφησε εκεί τον υπηρέτη του. Κι αυτός πήγε στην έρημο μιας ημέρας δρόμο, και ήρθε και κάθησε κάτω από μια άρκευθο· και επιθύμησε μέσα του να πεθάνει, και είπε: Αρκεί· τώρα, Κύριε, πάρε την ψυχή μου, επειδή δεν είμαι καλύτερος από τους πατέρες μου (Α’ Βασιλέων 19:3-4). Δεν μπορούσε να φτάσει πιο μακρυά! Η Βηρ-σαβεέ ήταν το νοτιότερο τμήμα του βασιλείου. Και όταν έφτασε εκεί άφησε τον υπηρέτη του και πήγε άλλης μιας μέρας δρόμο μέχρι που έκατσε κάτω από την άρκευθο, εξουθενωμένος.
Η ερώτηση είναι γιατί; Τι μπορεί να ήταν αυτό που έκανε το Ηλία να φοβάται τις απειλές της Ιεζάβελ. Γιατί έφυγε, άφησε την υπηρεσία του Θεού και κρύφτηκε στη σκιά ενός δέντρου στην ερημιά;
Σίγουρα δεν σκεφτόταν καθαρά και ρεαλιστικά. Έγινε ξαφνικά κοντόφθαλμος, γιατί ένας άνθρωπος που έχει ζήσει με πίστη, βλέπει μακριά. Αυτή τη φορά όμως, δεν το έκανε. Η απειλή δεν προέρχονταν από το Θεό. Έρχονταν από μια άπιστη γυναίκα, έναν σαρκικό άνθρωπο του οποίου η ζωή ήταν έτη φωτός μακριά από το Θεό. Αν σκεφτόταν καθαρά θα μπορούσε να έλεγε στον εαυτό του, «ο Θεός είναι κυρίαρχος, όχι η Ιεζάβελ. Αυτός κάνει το κουμάντο, κανένας άνθρωπος. Μην την ακούς. Εμπιστέψου αυτόν που έχει την εξουσία στα χέρια του».
Δεν σκέφτηκε έτσι, του διέφυγε αυτός ο τρόπος σκέψης. Θα μπορούσε να προσευχηθεί, «Κύριε με φοβίζει αυτό, δώσε μου δύναμη, ενίσχυσέ με, δείξε μου τι να κάνω». Αντίθετα σηκώθηκε κι έφυγε. Με βάση την πίστη του, με βάση τη γνώση του και την εμπειρία του με το Θεό ως εκείνη τη στιγμή, δεν σκεφτόταν καθαρά και ρεαλιστικά.
Το δεύτερο που έκανε ήταν πως απομονώθηκε. Αποτραβήχτηκε από σχέσεις που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν. Η περικοπή μας λέει πως άφησε τον υπηρέτη του, και μόνος του πήγε μιας μέρας ταξίδι μέσα στην ερημιά.
Οι απογοητευμένοι άνθρωποι πολύ συχνά είναι οι μοναχικοί άνθρωποι. Η άρκευθος έχει σκιά μόνο για έναν. Η απογοήτευση πάει χέρι-χέρι με την μοναξιά. Έπρεπε ο Ηλίας να μείνει μαζί με κάποιον, να του μιλάει, να συζητάει, να προσεύχεται. Μιας μέρας ταξίδι μόνος σου μέσα στην έρημο, όταν ήδη φοβάσαι, το ανθρώπινο μυαλό έχει φτιάξει χίλια σενάρια συνομωσίας και καταστροφής του σύμπαντος. Αυτό κάνει ο Σατανάς παίζει με το μυαλό μας. Μένουμε μόνοι μας και φτιάχνουμε τη δική μας εικονική πραγματικότητα που όμως είναι η «δική» μας πραγματικότητα.
Είναι ενδιαφέρον πως λειτουργούμε ως άνθρωποι. Όταν απογοητευόμαστε το πρώτο που κάνουμε είναι να μείνουμε μόνοι. Τραγικό λάθος αυτό. Δεν πρέπει. Τότε είνα που έχουμε ανάγκη την παρέα αδελφών. Και αν δεν είμαστε οι απογοητευμένοι και βλέπουμε κάποιον να είναι, τότε πρέπει να επιδιώξουμε να είμαστε μαζί του, να επιμείνουμε να είμαστε μαζί του. Αυτό επιτάσσει η αγάπη.
Ο Ηλίας έμεινε μόνος του. Απομονώθηκε. Και αυτό ήταν μεγάλο λάθος.
Επίσης πιάστηκε στην παγίδα μετά από μια μεγάλη νίκη. Οι στιγμές που είμαστε περισσότερο ευάλωτοι είναι αμέσως μετά από μια σημαντική νίκη, ιδιαίτερα αν αυτή η νίκη ήταν μια εμπειρία με το Θεό στην κορυφή ενός βουνού. Τότε ακριβώς είναι η ώρα που πρέπει να είμαστε προσεκτικοί.
Δεν έχω κάνει αναρρίχηση ποτέ μου, εκτός αυτού φοβάμαι και τα ύψη λίγο. Μου αρέσει όμως, να βλέπω αυτούς που σκαρφαλώνουν. Λένε αυτοί οι αναρριχητές πως το ανέβασμα είναι εξουθενωτικό. Όμως, η προσμονή της θέας από την κορυφή στο τέλος, δίνει δύναμη να συνεχίσεις. Όταν φτάσεις ψηλά χαίρεσαι τον κόπο σου.
Και «μετά» έρχεται η μεγαλύτερη πρόκληση: να κατέβεις. Λίγο αφήνεσαι, βιάζεσαι, δεν προσέχεις, γλυστράς, βαριέσαι, γίνεται ο άνθρωπος απρόσεκτος.
Αυτή είναι μια αναλογία που βοηθάει στα πνευματικά πράγματα και εξηγεί σε ένα βαθμό αυτό που έπαθε ο Ηλίας. Η μεγάλη μάχη κερδήθηκε, ήταν πια παρελθόν. Για αυτό και ήταν μια ανάμνηση. Η ενεργητικότητά του και τα συναισθήματα άρχισαν σιγά-σιγά να εξασθενίζουν. Ήταν απροετοίμαστος, πιθανώς κουρασμένος, και έτσι όταν άκουσε την απειλή, δεν το πάλαιψε καθόλου. Ήρθε αμέσως μετά την υπηρεσία του. Πάντα τότε έρχεται ο πειρασμός, τότε που θέλεις να ξεκουραστείς και αφήνεσαι.
Τέταρτο ο Ηλίας ήταν σωματικά και ψυχικά/συναισθηματικά κουρασμένος. Για χρόνια ήταν καταζητούμενος, έτσι; Έζησε στην απομόνωση, αντιμετώπισε μόνος του 850 προφήτες. Αυτή η ένταση σε κουράζει. Χρειάζεται ο άνθρωπος, κάθε άνθρωπος ανανέωση.
Θέλω να σας παρακαλέσω χωρίς περιστροφές για το εξής. Ξέρω πως πολλοί προσεύχεστε για τους εργάτες στο έργο του Θεού. Και πολλοί το κάνετε και συστηματικά και δόξα στο Θεό για αυτό. Κάντε το πιο έντονα τη Δευτέρα. Και όχι μόνο για τους ποιμένες, αλλά για κάθε υπηρέτη του Θεού. Για τους αρχηγούς στην κατασκήνωση, προσευχηθείτε κι αφού τελειώσει η περίοδος. Για τους ομιλητές σε κάποιο συνέδριο και τους υπεύθυνους, προσευχηθείτε κι αφού τελειώσει το συνέδριο.
Το ίδιο συμβαίνει και στις δουλειές μας. Σου αναθέτουν ένα project. Το τρέχεις, ξοδεύεις ώρες, ανασκουμπώνεσαι, παλεύεις, κι όταν τελειώσει η ώρα και όλα πάνε καλά, τότε έρχεται ο κίνδυνος. Όταν νομίζεις πως όλα είναι καλά. Ο λαός λέει «τέλος καλό, όλα καλά». Όμως, η πιο ευάλωτη ώρα είναι αμέσως μετά. Ο Ηλίας έφτασε να πει στο Θεό: Αρκεί· τώρα, Κύριε, πάρε την ψυχή μου, επειδή δεν είμαι καλύτερος από τους πατέρες μου.
Πέμπτο, ο Ηλίας χάθηκε μέσα στην αυτολύπησή του. Η αυτολύπηση είναι παθητική. Μας οδηγεί στη μιζέρια, είναι υπερβολική. Μας λέει ψέματα, μας οδηγεί στα δάκρυα. Μας οδηγεί να αποκτήσουμε τη νοοτροπία του θύματος. Και σε οδηγεί βέβαια ακόμη και στο να εύχεσαι το θάνατο.
Είπε «δεν είμαι καλύτερος από τους πατέρες μου». Ποιος του είπε πως έπρεπε να είναι καλύτερος; Ο ίδιος το είπε στον εαυτό του. Ανοίγουμε την πόρτα για την αυτολύπηση όταν μόνοι μας βάζουμε το «στάνταρτ» και μετά δεν μπορούμε να το πιάσουμε.
Πρέπει να αφήσουμε το Θεό να μας πει, ποιες είναι, ποιες πρέπει να είναι οι πραγματικές προσδοκίες που πρέπει να έχουμε για τον εαυτό μας. Όχι αυτά που άλλοι βάζουν για μας, ή εμείς οι ίδιοι προσπαθώντας να ικανοποιήσουμε τους άλλους. Ο Θεός πρέπει να μας οδηγήσει. Αυτός μας αγαπάει τέλεια, αυτός ξέρει πιο καλά κι από εμάς τους ίδιους τον εαυτό μας.
Και ήταν ο Θεός που επενέβη στην κατάσταση αφού ο Αχαάβ, η Ιεζάβελ και ο Ηλίας είχαν το δικό τους μέρος.
Και αφού πλάγιασε, αποκοιμήθηκε κάτω από μια άρκευθο, και ξάφνου, ένας άγγελος τον άγγιξε, και του είπε: Σήκω, φάε. Και κοίταξε προς τα πάνω, και να, κοντά στο κεφάλι του υπήρχε ψωμί, ψημένο επάνω σε καυτές πέτρες, και δοχείο με νερό. Και έφαγε και ήπιε, και ξαναπλάγιασε. Και ο άγγελος του Κυρίου γύρισε για δεύτερη φορά, και τον άγγιξε, και είπε: Σήκω, φάε· επειδή, είναι μεγάλος ο δρόμος για σένα. Και αφού σηκώθηκε, έφαγε και ήπιε, και με τη δύναμη εκείνης της τροφής οδοιπόρησε 40 ημέρες και 40 νύχτες, μέχρι το Χωρήβ, το βουνό τού Θεού (Α’ Βασιλέων 19:5-8).
Ο Θεός συνάντησε τον υπηρέτη του, στην ώρα της απόγνωσης και της απογοήτευσης. Αυτή είναι μια καλή εικόνα του τι σημαίνει «έλεος».
1ο, ο Θεός οδήγησε τον Ηλία να ξεκουραστεί και να ανανεωθεί. Κανένα κήρυγμα, καμιά επίπληξη, καμιά ενοχή, ή ντρόπιασμα. Δεν άστραψε κανένας κεραυνός από τον ουρανό, ή φωνή που να του λέει «κοίτα τα χάλια σου, ανάξιε, άντε σήκω πάνω». Ο Θεός αντίθετα του είπε, ξεκουράσου, φάε, δεν είχε φάει για καιρό καλά. Το ξαναέκανε. Του θύμισε τις μέρες στον χείμαρο Χερίθ.
Η φυσική, η σωματική κούραση σε εξαντλεί. Δεν μπορείς να σκεφτείς καθαρά. Χρειάζεται η ξεκούραση, η ανανέωση. Αλλιώς το μυαλό αρχίζει και πηγαίνει όπου θέλει εκείνο. Έφαγε, ξεκουράστηκε, ανέλαβε τις δυνάμεις του και πήγε ως εκεί που θα συναντούσε το Θεό, στο Χωρήβ.
2ο, ο Θεός είπε στον Ηλία αυτό που είχε ανάγκη να ακούσει. Του μίλησε σοφά. Διαβάζουμε: Και μπήκε εκεί σε ένα σπήλαιο, και έκανε ένα κατάλυμα· και να, λόγος τού Κυρίου ήρθε σ' αυτόν, και του είπε: Τι κάνεις εδώ, Ηλία; (Α’ Βασιλέων 19:9). Δεν του είπε, «θα έπρεπε να ντρέπεσαι». Δεν είπε, «γιατί νοιώθεις έτσι». Του έκανε μια ερώτηση που θα τον έκανε να σκεφτεί, κι όχι μόνο να σκεφτεί, αλλά και να εξωτερικεύσει τι σκέφτεται, γιατί κάνει ό,τι κάνει, γιατί τρέχει.
Και ο Ηλίας απάντησε με την αυτολύπησή του, με το σύνδρομο του θύματος. Κι εκείνος είπε: Στάθηκα στο έπακρον ζηλωτής τού Κυρίου, του Θεού των δυνάμεων· επειδή, οι γιοι Ισραήλ εγκατέλειψαν τη διαθήκη σου, κατέστρεψαν τα θυσιαστήριά σου, και θανάτωσαν τους προφήτες σου με ρομφαία· κι εγώ εναπέμεινα μόνος· και ζητούν τη ζωή μου, για να την αφαιρέσουν (Α’ Βασιλέων 19:10).
Έχει πιστέψει ένα μεγάλο ψέμα. Πως έχει απομείνει μόνος του. Και ξέρετε μαζί με την αυτολύπηση παρέα πάει και η υπερηφάνεια, η οποία όμως, είναι καλά κρυμμένη. Κύριε μόνος μου είμαι, μετά από εμένα δεν υπάρχει κανένας. Αν εγώ δεν τρέξω κανείς δεν θα τρέξει. Αν εγώ δεν το κάνω, κανείς δεν θα το κάνει τόσο καλά. Γιατί; Επειδή δημιουργούμε εμείς προσδοκίες που δεν τις ζήτησαν ούτε οι άνθρωποι, ούτε ο Θεός. Κανένας δεν μας ζήτησε να σώσουμε εμείς τον κόσμο. Ο Θεός τον σώζει. Ούτε το έργο εξαρτάται από εμάς. Ο Θεός είναι ο Κύριος του θερισμού.
Ο Θεός, βέβαια, το άκουσε αυτό. Και πάλι δεν τον αποπήρε. Δεν τον επέπληξε. Αντίθετα, τον παίρνει να δει τα πράγματα πάλι από την αρχή. Ποια είναι η αρχή; Τον οδηγεί να ξαναδεί ποιος είναι ο Θεός. Αυτό είναι που έχουμε ανάγκη αδελφοί. Να έχουμε «όραση» του Θεού. Δεν του προτείνει κάποια μέθοδο. Δεν του λέει απλά πρόσεχε να κάνεις αυτά τα 5 βήματα και την επόμενη φορά. Δεν του λέει «πάρε δύναμη». Αυτό που δείχνει είναι πως η ανάγκη του Ηλία είναι ο ίδιος ο Θεός.
Και είπε: Βγες έξω, και στάσου επάνω στο βουνό, μπροστά στον Κύριο. Και να, ο Κύριος διάβαινε, και δυνατός άνεμος έσχιζε τα βουνά, και έσπαζε τους βράχους μπροστά από τον Κύριο· ο Κύριος δεν ήταν μέσα στον άνεμο· και ύστερα από τον άνεμο, σεισμός· ο Κύριος δεν ήταν μέσα στον σεισμό· και ύστερα από τον σεισμό, φωτιά· ο Κύριος δεν ήταν μέσα στη φωτιά... (Α’ Βασιλέων 19:11-12α).
Άνεμος, σεισμός, φωτιά κι ο Θεός δεν ήταν εκεί. Στέκεται, όμως και περιμένει το Θεό. Γιατί έχει ανάγκη το Θεό. Έχει ανάγκη την παρουσία Του.
...και μετά τη φωτιά, ήχος λεπτού αέρα (Α’ Βασιλέων 19:12β). Θέλω να σταθούμε εδώ, για ένα σύντομο σχόλιο. Το εβραϊκό κείμενο γράφει κυριολεκτικά: και μετά τη φωτιά, «δυνατή βροντερή φωνή». Και επίσης το ότι ο Θεός δεν ήταν στον άνεμο, ή τον σεισμό ή τη φωτιά, σημαίνει πως δεν ήταν ακόμη στον άνεμο, τον σεισμό ή την φωτιά. Τα φαινόμενα αυτά προηγήθηκαν, όπως είχαν προηγηθεί και ανήγγειλαν την παρουσία του Θεού στο όρος Σινά, στην Έξοδο 19:16-19. Κι εκεί υπήρχε πυκνό, σύννεφο, αστραπές, βροντές, φωτιά, το βουνό σείονταν, και μετά μίλησε ο Θεός με φωνή δυνατή σαν της σάλπιγγας.
Με όποιον τρόπο, όμως και να αποκαλύφθηκε η παρουσία Του, το σημαντικό ήταν πως αυτήν είχε ανάγκη ο Ηλίας. Και αν θυμάστε μια και θυμόμαστε τι έγινε στα χρόνια του Μωυσή, και ο Μωυσής την ίδια ανάγκη είχε: την παρουσία του Θεού. Θυμάστε τι ζήτησε από το Θεό, όταν και στον ίδιο αποκαλύφθηκε ο Θεός, τότε που τον έκρυψε στο βράχο για να μην τον καταστρέψει η δόξα του: Αν τώρα βρήκα χάρη μπροστά σου, Κύριε, ας έρθει, παρακαλώ, ο Κύριός μου ανάμεσά μας (Έξοδος 34:8). Ο λαός αυτός είναι δύσκολος και η ανάγκη μας είσαι Εσύ Κύριε!
Μετά τι συνέβη στον Ηλία; Και καθώς ο Ηλίας τον άκουσε, σκέπασε το πρόσωπό του με τη μηλωτή του, και βγήκε έξω, και στάθηκε στην είσοδο της σπηλιάς. Και να, ακούστηκε σ' αυτόν μια φωνή, που έλεγε: Τι κάνεις εδώ, Ηλία; (Α’ Βασιλέων 19:13). Ο Θεός τον ξαναρωτάει την ίδια ερώτηση. Τώρα που είσαι «άμεσα» στην παρουσία μου, για ξαναπές μου, τι κάνεις εδώ; Ποιος σ’ έστειλε εδώ, ποια η αποστολή σου; Γιατί ήρθες; Γιατί βλέπεις τα πράγματα όπως τα βλέπεις;
Και μια φορά ακόμη ο Ηλίας απαντάει με την αυτολύπηση του και την κρυφο-υπερηφάνεια του: Στάθηκα στο έπακρον ζηλωτής τού Κυρίου των δυνάμεων· επειδή, οι γιοι Ισραήλ εγκατέλειψαν τη διαθήκη σου, κατέστρεψαν τα θυσιαστήριά σου, και θανάτωσαν τους προφήτες σου με ρομφαία· και εγώ εναπέμεινα μόνος· και ζητούν τη ζωή μου, για να την αφαιρέσουν (Α’ Βασιλέων 19:14). Κύριε, σαν κι εμένα δεν είναι κανένα. Ήμουν στο έπακρο ζηλωτής, αυτοί έφυγαν όλοι μακριά και μόνο εγώ έχω μείνει πιστός σου. Είμαι ήρωας και κινδυνεύει η ζωή μου.
Ο Θεός όμως, αυτή τη φορά δίνει μια καλή εξήγηση στον προφήτη για το πως έχουν τα πράγματα. Η πραγματικότητα είναι μία, αλλά η δική μας αντίληψη της πραγματικότητας μπορεί να μας οδηγήσει σε εσφαλμένες εκτιμήσεις. Τι του είπε ο Θεός; Πήγαινε, γύρνα πίσω στον δρόμο σου, στην έρημο της Δαμασκού· και όταν έρθεις, χρίσε τον Αζαήλ βασιλιά επάνω στη Συρία· και τον Ιηού, τον γιο τού Νιμσί, θα τον χρίσεις βασιλιά επάνω στον Ισραήλ· και τον Ελισσαιέ, τον γιο τού Σαφάτ, από την Αβέλ-μεολά, θα τον χρίσεις προφήτη αντί για σένα·Και θα συμβεί, ώστε αυτός που θα διασωθεί από τη ρομφαία τού Αζαήλ, θα τον θανατώσει ο Ιηού· κι αυτός που θα διασωθεί από τη ρομφαία τού Ιηού, θα τον θανατώσει ο Ελισσαιέ· άφησα, όμως, στον Ισραήλ 7.000, όλα τα γόνατα όσα δεν έκλιναν στον Βάαλ, και κάθε στόμα που δεν τον φίλησε (Α’ Βασιλέων 19:15-18).
Του έδειξε ο Θεός πως έχει κι άλλη δουλειά να κάνει, πως ακόμη έχει έργο. Παρόλο που η οπτική γωνία από την οποία έβλεπε τα πράγματα είχε παραμορφωθεί, εντούτοις συνέχισε να είναι ο άνθρωπος που ο Θεός θα χρησιμοποιήσει. Κι όσον αφορά εκείνο το «μόνος μου είμαι», ο Θεός έβαλε τα πράγματα στη θέση τους λέγοντας του, υπάρχουν 7000 άνθρωποι Ηλία. Δεν είσαι μόνος μου. Μη μιζεριάσεις, και μην κολακεύεις τον εαυτό σου.
1ο, ο Θεός οδήγησε τον Ηλία να ξεκουραστεί και να ανανεωθεί.
2ο, ο Θεός οδήγησε τον Ηλία στην παρουσία Του και του είπε αυτό που είχε ανάγκη να ακούσει.
3ο, ο Θεός του έδωσε ένα συνεργάτη.
Προσέξτε πως τελειώνει το κεφάλαιο αυτό: Και αφού αναχώρησε από εκεί, βρήκε τον Ελισσαιέ, τον γιο τού Σαφάτ, καθώς όργωνε με 12 ζευγάρια βόδια μπροστά του, ενώ αυτός ήταν στο 12ο· και ο Ηλίας πέρασε από κοντά του, και έρριξε επάνω του τη μηλωτή του.
Κι εκείνος άφησε τα βόδια, και έτρεξε πίσω από τον Ηλία, και είπε: Ας φιλήσω, παρακαλώ, τον πατέρα μου και τη μητέρα μου, και τότε θα σε ακολουθήσω. Και του είπε: Σ΄εμπόδισα εγώ; Πήγαινε, και γύρνα πάλι πίσω. Και έτσι ξαναγύρισε, και πήρε ένα ζευγάρι βόδια, τα έσφαξε, και έψησε το κρέας τους με τα εργαλεία των βοδιών, και έδωσε στον λαό, και έφαγαν. Τότε, αφού σηκώθηκε, πήγε πίσω από τον Ηλία, και τον υπηρετούσε (Α’ Βασιλέων 19:19-21).
Με την θεραπευτική παρουσία του Θεού, ο Ηλίας βγήκε από το καβούκι του, γύρισε πίσω, και ο Θεός τον οδήγησε να βρει το διάδοχό του (το ότι του πέταξε το μανδύα, σήμαινε πως του ζητάει να τον ακολουθήσει και να γίνει μαθητής του). Κι ο Ελισσαιέ κόβει κάθε επαφή με την παλιά ζωή του, τον ακολουθεί. Εκτός όμως από αυτό ο Ελισσαιέ ήταν ένας άνθρωπος να τον βοηθάει, να τον καταλαβαίνει, να τον ενθαρρύνει. Ο Θεός δεν μας έπλασε να ζούμε σαν ερημίτες, αλλά μέσα στο σώμα του Χριστού, σε κοινωνία με άλλους. Εκεί μέσα ο καθένας μας φέρνει τη λίγη φωτιά που έχει, σαν αναμένα κλαδιά, και ανάβει μια μεγάλη φωτιά. Αν μείνω μόνος μου, σε λίγο σαν το κούτσουρο που σιγοκαίει, θα σβύσω. Μαζί με άλλους όμως, η φωτιά μεγαλώνει.
Ο Θεός λοιπόν, ξεκούρασε και ανανέωσε τον Ηλία. Μετά τον οδήγησε στην παρουσία Του. Τέλος, τον οδήγησε σε κοινωνία πίστης. Και εκεί στην παρουσία του Θεού τα πράγματα τακτοποιούνται. Πόσες και πόσες φορές αδελφοί, νοιώθουμε οι υποχρεώσεις, οι δοκιμασίες, οι πειρασμοί, οι αναποδιές να μας πνίγουν. Η λύση είναι η παρουσία του Θεού. Όχι η λύση του Θεού απλά, η παρουσία του Θεού.
Αδελφοί μου η μεγαλύτερή μας ανάγκη, δεν είναι τα δώρα του Θεού, δεν είναι οι ευλογίες Του, δεν είναι οι απαντήσεις Του. Είναι ο ίδιος ο Θεός. Θυμάστε όταν διάλεξε ο Χριστός τους μαθητές, γράφει ο Μάρκος τους διάλεξε να «είναι» μαζί του και να τους αποστέλει να κηρύττουν (Μάρκος 3:14). Εκεί στην παρουσία του Θεού πρώτα, και μετά στην κοινωνία των αγίων, μεταμορφωνόμαστε.
Εκεί αποκτούμε καθαρή εικόνα για τη ζωή μας. Όταν δεν προλαβαίνω να προσευχηθώ, τότε είναι που το έχω μεγαλύτερη ανάγκη. Ο Χριστός είπε, «εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιωάννης 14:6). Ο ίδιος είναι, όχι τα δώρα Του. Εγώ είμαι ο άρτος τής ζωής· όποιος έρχεται σε μένα, δεν θα πεινάσει· και όποιος πιστεύει σε μένα, δεν θα διψάσει ποτέ (Ιωάννης 6:35).
Αυτό που περισσότερο έχουμε ανάγκη στη ζωή μας είναι περισσότερος Χριστός! Μόνοι μας και μαζί με άλλους. Εκεί στην παρουσία Του, όλα καθαρίζουν. Όλα γιατρεύονται. Και η αυτολύπηση και η περηφάνεια. Εκεί ο Θεός μας δείχνει ποια είναι η πραγματική κατάσταση στο έργο του, όχι αυτή που βλέπουμε εμείς. Εκεί θεραπεύεται η απογοήτευση. Η παρουσία του Θεού θεραπεύει:
Το δρόμο με μαθαίνεις της ζωής,
αμέτρητη χαρά είν’ η παρουσία σου,
απόλαυση, στα δεξιά σου, αιώνια!
Ψαλμός 16:11
Και στον Ψαλμό 27 τι γράφει;
Ο Κύριος είναι φως μου και σωτηρία μου·
ποιον θα φοβηθώ;
Ο Κύριος είναι δύναμη της ζωής μου·
από ποιον θα δειλιάσω;
Όταν οι πονηρευόμενοι πλησίασαν σε μένα
για να καταφάνε τη σάρκα μου,
οι αντίδικοι και οι εχθροί μου,
αυτοί προσέκρουσαν και έπεσαν.
Και αν στράτευμα παραταχθεί εναντίον μου,
η καρδιά μου δεν θα φοβηθεί·
και αν πόλεμος σηκωθεί εναντίον μου,
και τότε θα ελπίζω.
Σε αυτό το σημείο, θυμάστε τι ζητάει;
Ένα ζήτησα από τον Κύριο, αυτό και θα ζητάω·
το να κατοικώ στον οίκο τού Κυρίου
όλες τις ημέρες τής ζωής μου,
να θωρώ την ωραιότητα του Κυρίου,
και να επισκέπτομαι τον ναό του.
Λέει πως στον Θεό ελπίζει, αλλά δεν ζητάει καν να πάρει ο Θεός το πρόβλημα. Κύριε, θέλω Εσένα, θέλω την παρουσία Σου, θέλω να είμαι «θεόπτης», να σε βλέπω, να σε νοιώθω. Γιατί εκεί στη δική σου παρουσία υπάρχει ασφάλεια!
Επειδή, σε ημέρα συμφοράς
θα με κρύψει στη σκηνή του·
θα με κρύψει στον απόκρυφο τόπο τής σκηνής του·
θα με υψώσει επάνω σε βράχο
(Ψαλμός 27:1-5).
Προσεύχομαι ο Θεός με το Πνεύμα Του, να μας επισκεφθεί, να μας ελεήσει, και να μας βάλει πείνα και δίψα για τον εαυτό Του και αγάπη βαθειά, επιθυμία εκτενή για την κοινωνία των αδελφών. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου