«Ὁ Ἄρτης, ὁ Γρεβενῶν καὶ ὁ Ἰωαννίνων εἶναι οἱ πρῶτοι προδόται τοῦ τυράννου, καθὼς ὅλοι τὸ γνωρίζουσι. Ὁ ὕστερος ἀπὸ αὐτοὺς ἱκέτευσεν τὸν τύραννον, καὶ ἐκούρευσεν τὸν ἔγγονά του, ὡς νὰ τοῦ ἐγίνετο νουνός. Ὁ Ἄρτης ἠπάτησεν καὶ ἐπρόδωσεν τοὺς ἥρωας Σουλιῶτας· εἶναι δὲ καὶ οἱ τρεῖς ἀσελγεῖς, ἄσωτοι εἰς τὸ ἄκρον, μοιχοί, πόρνοι καὶ ἀρσενοκοῖται φανεροί… Δὲν εἶναι κρυφόν, ἀλλ᾿ ὅλοι τὸ ἠξεύρουν, ὅτι εἰς τὰ Ἰωάννινα οἱ πνευματικοὶ ἀναφέρουσι κάθε ὑπόθεσιν, ὁποὺ ἀκούουσιν ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς εἰς τὸν ἀρχιερέα, καὶ αὐτὸς εὐθὺς κάμνει ἕνα κατάλογον μὲ προσθήκην καὶ τὸν προσφέρει τοῦ τυράννου, εἰς τρόπον ὁποὺ ἡ ἐξομολόγησις, τὴν σήμερον, εἶναι ἓν μέσον προδοσίας».
Ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Ιερόθεος, αποτελεί ένα από τα πιο «λαμπρά» παραδείγματα φιλοτουρκισμού, ώστε να μπορεί να καθίσει επάξια δίπλα σε άλλες «εθνοσωτήριες» μορφές της Εκκλησίας, όπως τον Γρηγόριο ε` τον `Ανθιμο στ, τον Αγαθάγγελο α` (όλοι τους πατριάρχες) και αρκετές ακόμη. Ήταν τόσο στενή η «συνεργασία» του με τον Αλί Πασά, ώστε που και που ξεχνιόταν(;) και χρησιμοποιούσε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο («ημείς»). Ο απώτερος σκοπός του Ιερόθεου, στα πλαίσια της «συνεργασίας» του με τον Αλί Πασά, ήταν η καθυπόταξη των Σουλιωτών κι όλων όσων διανοήθηκαν να σηκώσουν κεφάλι στον «κραταιοτάτο Σουλτάνο».
Ως κλασικό παράσιτο, ζει άνετα και πλουσιοπάροχα, από το υστέρημα του «ποιμνίου» του, όπως και πλείστοι «ποιμένες» της εποχής. Κι ενώ οι ραγιάδες ζουν στην εξαθλίωση και στην ανέχεια, όπως μας πληροφορεί και ο «Ανώνυμος» της «Ελληνικής Νομαρχίας», οι ρασοφόροι αρχιερείς «Τρώγοσι καὶ πίνοσι ὡς χοῖροι. Κοιμῶνται δεκατέσσαρας ὥρας τὴν νύκτα καὶ δύο ὥρας μετὰ τὸ μεσημέρι. Λειτουργοῦσι δύο φορὰς τὸν χρόνον, καὶ ὅταν δὲν τρώγωσι, δὲν πίνωσι, δὲν κοιμῶνται, τότε κατεργάζονται τὰ πλέον ἀναίσχυντα καὶ οὐτιδανὰ ἔργα, ὁποὺ τινὰς ἠμπορεῖ νὰ στοχασθῇ. Καὶ οὕτως εἰς τὸν βόρβορον τῆς ἁμαρτίας καὶ εἰς τὴν ἰδίαν ἀκρασίαν θησαυρίζουσι χρήματα, καὶ οἱ ἀναστεναγμοὶ τοῦ λαοῦ εἶναι πρὸς αὐτοὺς τόσοι ζέφυρες», ενώ για τον Ιερόθεο γίνεται πιο συγκεκριμένος: «εἰς τὸ πρόγευμα τρώγει δύο ὀκάδες γιαούρτι, καὶ εἰς τὸ δειλινὸν μισὴν ὀκᾶ σαρδέλας ξεκοκκαλισμένας, τὰς ὁποίας τρώγει μὲ τὸ χουλιάρι».
Φυσικό θα ήταν να μην έχει και ιδιαίτερες αναστολές στον αφορισμό των επαναστατών ραγιάδων, ένας άνθρωπος που είχε τους αφορισμούς «ψωμοτύρι», για πολύ πιο ασήμαντους λόγους. Οι αφορισμοί μάλιστα ήταν τόσο συχνοί, όπως μας πληρηφορεί και πάλι ο «Ανώνυμος» της «Ελληνικής Νομαρχίας», ώστε «…ἤθελαν νομισθῇ εὐχαὶ τῆς λειτουργίας ἀπὸ κανένα ἀλλογενῆ. Τόσον εἶναι συχνοί, καὶ σχεδὸν κάθε Κυριακὴν εἰς κάθε ἐκκλησίαν ἀναγινώσκονται δύο καὶ τρεῖς ἀφορισμοί, πάντοτε δὲ διὰ οὐτιδανωτάτας διαφοράς, καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον διὰ δύο ἢ τριῶν γροσίων ὑπόθεσιν».
Τις προδοτικές ενέργειες του Ιερόθεου, τις πληροφορούμαστε, πιο λεπτομερώς, από το βιβλίο του ιστορικού και αγωνιστή της Επανάστασης, Χριστόφορου Περραιβού, «Ιστορίας του Σουλίου και της Πάργας». Ο Περραιβός μάλιστα, δεν υπέγραψε τις πρώτες εκδόσεις του βιβλίου (1803 και 1815) (υπέγραψε ως «ΒΥΚ ΨΟ ΨΞΗ ΛΑ ΑΩΚΑ»), φοβούμενος διώξεις και αντίποινα από το θρησκευτικό ιερατείο (όπως ομολόγησε στην έκδοση του 1857).
Ο Ιερόθεος, γνώριζε ότι οι κάτοικοι της Πάργας, βοηθούσαν και τροφοδοτούσαν τους εξεγερμένους Σουλιώτες. Έτσι ως «άγρυπνος ποιμήν» που «χρεωστεί να προφυλάττη πάντοτε τα πρόβατά του από κρημνούς, βράχους και άγρια θηρία», έστειλε μια επιστολή στους προεστούς της Πάργας, με την οποία τους «εσυμβούλευε» να «μην δίδουν καμμίαν βοήθειαν» στους «κακούργους Σουλιώτας». Τους προειδοποιεί δε, πως αν παραμείνουν «αμετανόητοι», τότε ο Θεός θα τους «παιδεύση διά την παρακοήν» τους, φροντίζοντας παράλληλα να τους υπενθυμίσει και την τύχη του Ρήγα Φεραίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου