Δεν είναι, δηλαδή, απλώς ο πρωτουργός αλλά και ο συμμετέχων, κάτι το οποίο έχει συζητηθεί σε πληθώρα απολογητικών βιβλίων, και ευρίσκεται, κατά τη γνώμη μας, στο επίκεντρο της χριστιανικής πίστης. Όπως σκιαγραφείται στη Βίβλο, ο Θεός, που ενεργεί σε ειδικές περιστάσεις, δεν είναι ένας απών ιδιοκτήτης (κατά τη θεωρία του ντεϊσμού - deism).
Ο Θεός της Αγίας Γραφής είναι ένα ΠΡΟΣΩΠΟ, κατά την εικόνα του οποίου δημιουργηθήκαμε. Όχι, βέβαια, με την έννοια της εξωτερικής μορφής αλλά από την άποψη του συναισθήματος και της βουλήσεως. Έχει σκοπούς και σχέδια και ενεργεί έτσι ώστε να τα φέρει σε πέρας.
Η Βίβλος
αναφέρεται ακόμη και σε άλλες πνευματικές δυνάμεις που είναι σε δράση. Είναι σε
γνώση μας, βέβαια, ότι υπάρχουν πιστοί που θεωρούν ότι η Γραφή μιλά μεταφορικά,
όταν αναφέρεται σε αυτές τις περιπτώσεις, αλλά κατά την άποψή μας, αυτός δεν
είναι ο πιο φυσιολογικός τρόπος να ερμηνεύει κανείς τις Γραφές αλλά και την μέχρι
τώρα εμπειρία. Αν και δεν θα ήταν σωστό να προκαταλαμβάνεται κανείς υπέρ το
δέον σχετικά με αυτό το θέμα, ωστόσο θα πρέπει οι Χριστιανοί να μάθουν
περισσότερα για τις πνευματικές δυνάμεις που δρουν στα επουράνια.
Ο πνευματικός
πόλεμος είναι θέμα ενός πολύ γνωστού βιβλικού αποσπάσματος, του προς Εφεσίους
6. Για ν’ αρχίσουμε, ας προσέξουμε το
τελευταίο μέρος του εδαφίου 11: «Ντυθείτε με την πανοπλία που δίνει ο Θεός, για να μπορέσετε ν’
αντιμετωπίσετε τα τεχνάσματα του διαβόλου». Αυτό
μας δίνει ένα κλειδί όσον αφορά στην ταυτότητα του ιθύνοντος νου, που βρίσκεται
πίσω από εκείνους που μηχανεύονται κακά ενάντια
στον Κύριο και στους κεχρισμένους Του, ώστε να απορρίψουν την εξουσία Του. Ο
ρόλος αυτός του Σατανά φαίνεται ξεκάθαρα στο βιβλίο του Ιώβ, όπου τον βλέπουμε
να κατηγορεί τον «ακέραιο και ευθύ» Ιώβ και κατ’ επέκταση όλους τους ανθρώπους
του Θεού, ότι τον αγαπούν και τον σέβονται μόνο και μόνο από συμφέρον, επειδή
τους έδειξε μια κάποια ειδική εύνοια:
«Μήπως με το
αζημίωτο σε σέβεται ο Ιώβ; Πάντα τον προστάτευες, αυτόν και το σπίτι του και
όλα τα υπάρχοντά του. Ευλόγησες τα έργα του και πληθύνανε τα κοπάδια του στη
χώρα» (Ιώβ 1:9-10)
Εκείνο που ισχυρίζεται στην ουσία ο Σατανάς είναι ότι η Βασιλεία του Θεού
βασίζεται στη σκοπιμότητα και στο συμφέρον, και όπως ακριβώς κάποιοι λατρεύουν
τον Σατανά για να αποκτήσουν δύναμη και εύνοια, έτσι και κάποιοι άλλοι
λατρεύουν τον Θεό, επειδή είναι πιο
δυνατός. Ο Θεός δέχεται την πρόκληση αυτή του Σατανά και τότε κηρύττεται ο
πόλεμος – με πεδίο μάχης την καρδιά, τον νου και όλη την ύπαρξη του πιστού Ιώβ.
Ο πιο προφανής πειρασμός για τον Ιώβ θα ήταν να επαναστατήσει – «να βλαστημήσει τον Θεό και να πεθάνει». Δεν
το κάνει όμως κι έτσι η πρόβλεψη του Σατανά καταρρίπτεται. Προχωρεί όμως και
καταφεύγει σε έναν άλλο, πιο δόλιο τρόπο
επίθεσης. Πώς θα αντιδρούσε ο Ιώβ, αν οι φίλοι του του υπενθύμιζαν κάποιες
φαινομενικά «ορθόδοξες» παραδόσεις; Σίγουρα θα ήταν εν γνώσει του Ιώβ ότι σύμφωνα
με την επικρατούσα αντίληψη της εποχής του (και όχι μόνον), ο άνθρωπος υποφέρει μονάχα εξαιτίας της
ασέβειάς του. Η βασική αξίωση σε όλες τις ομιλίες των τριών «παρηγορητών» του
Ιώβ αλλά και του νεαρού Ελιού ήταν ότι ο Θεός είναι αυτός που «πληγώνει, αλλά
και δένει την πληγή, χτυπάει, αλλά τα χέρια του γιατρεύουν» (5:18), Αυτός είναι που έρχεται σε κρίση (22:4,5), αλλά ακόμη και τότε τιμωρεί λιγότερο απ’ όσο
θα άξιζε στον «ασεβή» Ιώβ. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι ο Ιώβ υπέφερε, όχι επειδή
ο Θεός τον τιμωρούσε εξαιτίας κάποιας αμαρτίας του, αλλά στη διαμάχη Του με τον
Σατανά, ο Θεός του επέτρεψε να πλήξει έναν άμεμπτο και ακέραιο δούλο Του. Οι
τρεις παρηγορητές και ο Ελιού παραμένουν, ωστόσο, μέχρι τέλους πεπεισμένοι ότι ο
Θεός ήταν που βασάνιζε τον Ιώβ, εξαιτίας της ασέβειάς του: «ο Θεός δεν εμπιστεύεται ούτε και τους
αγγέλους του και βρίσκει σφάλματα ακόμα και σ’ εκείνους, πόσο μάλλον σ’ αυτά τα
χωματένια πλάσματα, που προέρχονται από τη γη και που μπορούν να πατηθούν σαν
τα σκουλήκια… Τι έχει να ωφεληθεί ο Παντοδύναμος, αν είσαι δίκαιος εσύ; Κι αν
έχεις άψογη ζωή εκείνος τι κερδίζει;».
Προσέξτε πόσο παραπλανημένοι ήταν
και οι τέσσερις αυτοί «φίλοι» του Ιώβ,
οι οποίοι φαντάζονταν ότι διακήρυτταν την αλήθεια του Θεού. Πίστευαν ότι
ο Θεός ήταν πολύ πιο πάνω από τη δικαιοσύνη του Ιώβ, ώστε να ασχοληθεί καθόλου
μαζί Του. Ωστόσο, για να χρησιμοποιήσουμε μια ανθρώπινη αναλογία, ο Κύριος «στοιχημάτιζε»
τη φήμη Του πάνω στον Ιώβ: «Πρόσεξες το δούλο μου, τον Ιώβ; Δεν υπάρχει
άλλος σαν αυτόν πάνω στη γη· είναι άνθρωπος ακέραιος, ευθύς, με σέβεται και
αποστρέφεται το κακό. Παραμένει σταθερός στην ακεραιότητά του κι άδικα εσύ με
παρακίνησες να τον καταστρέψω χωρίς κανένα λόγο» (2:3).
Τα λόγια αυτά μας δείχνουν όχι μόνο
την ευαρέσκεια και την εμπιστοσύνη του
Θεού προς τον Ιώβ, αλλά κάνουν και τον
λόγο για τα δεινοπαθήματα του σαφέστερο. Ήταν ο Σατανάς και όχι ο Θεός που προκάλεσε
όλα εκείνα τα κακά στον ευσεβή Ιώβ. Ήταν ο Σατανάς που πρώτος εισηγήθηκε την
καταστροφή του Ιώβ υλικά και σωματικά. Επιπλέον, παρόλο που ο Σατανάς πρότεινε
στον Θεό «να απλώσει το χέρι Του και να αγγίξει όλα όσα έχει ο Ιώβ», δεν
υπάρχει ένδειξη ότι ο Θεός έκανε κάτι τέτοιο. Είπε ο Θεός: «Με παρακίνησες
εναντίον του για να τον καταστρέψω», δεν
υπάρχει όμως ένδειξη ότι ο Κύριος συμμορφώθηκε με το αίτημα, αλλά μάλλον του
είπε: «Ορίστε, σου τον παραδίδω· μόνο να
μην πειράξεις τη ζωή του», και τότε ο Σατανάς κατέστρεψε τα υπάρχοντα και
την υγεία του Ιώβ. Είναι διαφωτιστικό για μας να δούμε ότι ο Θεός δεν ήταν κατά
καμία έννοια, είτε άμεσα είτε μέσω του Σατανά, η αιτία των δεινών του Ιώβ. Ο Θεός επέτρεψε τις ενέργειες του Σατανά αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Θα
πρέπει να είμαστε απόλυτα ακριβείς για το τι εννοούμε όταν λέμε ότι ο Θεός «θα
μπορούσε να είχε σταματήσει» τα βάσανα του Ιώβ. Μπορούμε πραγματικά να δεχτούμε
ότι ο Θεός είχε την απόλυτη δύναμη να σταματήσει ή ακόμη και να καταστρέψει τον
Σατανά. Το πρόβλημα είναι ότι σε μια
τέτοια περίπτωση, ακόμη κι αν ο Σατανάς καταποντιζόταν κάτω από την οργή και
την πάταξη του Θεού, θα είχε φύγει καγχάζοντας, σαν να έλεγε «Σου το έλεγα εγώ
…». Μια τέτοια «λύση» θα άφηνε για πάντα αναπάντητη την κατηγορία του Σατανά
ότι η βασιλεία του Θεού στηρίζεται (όπως η δική του) στον εξαναγκασμό και στο
συμφέρον. Δεν ήταν λοιπόν η έλλειψη δύναμης που εμπόδισε τον Θεό να συντρίψει
τον Σατανά – αλλά ήταν θέμα αρχής. Θα μπορούσε ίσως να συγκριθεί με τον ηθικό
περιορισμό που κάνει αδύνατο για τον Θεό να ψευσθεί. Οι κατηγορίες του Σατανά
δεν μπορούν να μείνουν αναπάντητες, όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει πραγματικά με
μια δύναμη που απλά συντρίβει τον κατήγορο,
αλλά μόνο με τον τρόπο που ο Θεός υιοθετεί, επιτρέποντας στον Σατανά να
αφαιρέσει τα προνόμια του Ιώβ. Θα πρέπει να δείξει ότι ο δούλος Του, τον οποίο
εμπιστεύεται, τον αγαπά για αυτό που είναι και όχι για αυτά που λαμβάνει από
Αυτόν.
Σε αυτή την ειδική περίπτωση
φαίνεται ότι ο Θεός επέτρεψε τα βάσανα του Ιώβ για να αποδείξει στον Σατανά ότι
μπορεί κάποιος να Τον αγαπά χωρίς καμιά ανταμοιβή, ακόμη και αν δεν κατανοεί
όπως θα έπρεπε τους τρόπους του Θεού. Υπονοείται, βέβαια, εδώ και η εβραϊκή
αντίληψη ότι ο Ιώβ είχε κάποια δυνατότητα επιλογής για το πώς μπορούσε να
αντιδράσει στις κακουχίες της ζωής. Το πατρικό καύχημα του Κυρίου για τον Ιώβ
δεν θα είχε καμιά αξία, εάν ο Ιώβ ήταν πιστός μόνο και μόνο γιατί ο Θεός παρασκηνιακά
τον εξανάγκαζε να το κάνει. Ο Ιώβ εξαρτιόταν από τη μια από τον Θεό και
αναγνώριζε την ανάγκη του για έναν λυτρωτή, αλλά είχε από την άλλη την
αποκλειστική ευθύνη και το δικαίωμα εκλογής.
Η εμπιστοσύνη του Θεού προς τον Ιώβ
δικαιώθηκε; Διαβάζοντας ως το τέλος την ιστορία, βλέπουμε ότι ο Ιώβ, όπως και
οι «παρηγορητές» του, απέδιδαν λανθασμένα τη συμφορά του στον Θεό. Μολαταύτα ο
Ιώβ παρέμεινε βέβαιος για την αθωότητά του και ζητούσε απεγνωσμένα να του δοθεί
η ευκαιρία να υποστηρίξει την υπόθεσή του. Φαίνεται ότι αισθανόταν ότι κάτι
κάπου είχε πάει λάθος. Κάποια ανωμαλία θα υπήρξε στη δικαιοσύνη του σύμπαντος.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ο Ιώβ δεν μπορούσε να εξηγήσει τη δεινή κατάσταση στην
οποία βρέθηκε. Ο Σατανάς, όχι μόνο είχε καταστρέψει τις ευλογίες που απολάμβανε
ο Ιώβ, αλλά πολλαπλασίαζε τις αμφιβολίες
και τη σύγχυσή του μέσω των «φίλων» του. Ύστερα απ’ όλα αυτά, θα βλαστημούσε ο Ιώβ τον Θεό, όπως
ο Σατανάς είχε προβλέψει;
Ο Ιώβ, παρά την απορία και σύγχυσή
του, δικαίωσε την εμπιστοσύνη του Κυρίου
του προς το άτομό του. Είπε: «Kαι αν με θανατώνει, εγώ θα ελπίζω σ' αυτόν όμως, θα υπερασπιστώ τους
δρόμους μoυ μπροστά τoυ». Ο Ιώβ θα υπηρετούσε τον Κύριο,
ό,τι και να συνέβαινε. Διαμέσου του ο Θεός έδειξε ότι η Βασιλεία Του
βασίζεται όχι στην υπακοή του συμφέροντος αλλά στην υπακοή της αγάπης.
Θα ήταν διαφωτιστικό, πιστεύουμε, να
παραθέταμε λεπτομερώς μια σύγκριση μεταξύ αυτών που έλεγε ο Θεός για τον Ιώβ και
των όσων έλεγαν οι «παρηγορητές» του, καθώς και ο νεαρός Ελιού:
(α) Ο Θεός
εμπιστεύεται τους δούλους Του:
Ο Κύριος
είπε στον Σατανά: «'Eβαλες τoν νoυ σoυ επάνω στoν δoύλo μoυ τoν Iώβ, ότι δεν υπάρχει όμoιός τoυ στη γη, άνθρωπoς άμεμπτoς και ευθύς, ο οποίος φoβάται τoν Θεό, και απέχει από κακό;» (Ιώβ 1:8,
2:3)
Οι παρηγορητές όμως του είπαν
: « … ο Θεός δεν εμπιστεύεται στoυς δoύλoυς τoυ …» (Ελιφάς 4:18). «Mπoρεί o άνθρωπoς να ωφελήσει τoν Θεό, επειδή, ενώ είναι φρόνιμoς, μπoρεί να ωφελεί τoν εαυτό τoυ;Yπάρχει ευχαρίστηση στoν Παντoδύναμo, αν είσαι δίκαιoς; 'H, κέρδoς, αν κάνεις άμεμπτoυς τoυς δρόμoυς σoυ;» (Ελιφάς 22:2-3). «Aν είσαι δίκαιoς, τι θα τoυ δώσεις; 'H, τι θα πάρει από τo χέρι σoυ;» (Ελιού 35:7).
(β) Ο Ιώβ είναι άμεμπτος και ακέραιος:
Ο Θεός είπε για τον Ιώβ ότι
είναι: « …άνθρωπoς άμεμπτoς και ευθύς» (1:8, 2:3)
Οι παρηγορητές όμως έλεγαν στον Ιώβ: « …αν ήσουν καθαρός και ευθύς, σίγουρα, τώρα θα σηκωνόταν για σένα, και η
κατοικία τής δικαιοσύνης σου θα ευτυχούσε.» (Βιλδάδ 8:6). «
… ο Θεός δεν θα απορρίψει τον άμεμπτο …» (Βιλδάδ 8:20). «Θυμήσου, παρακαλώ πoιoς, ενώ ήταν αθώoς, απoλέστηκε; Kαι πoύ εξoλoθρεύτηκαν oι ευθείς;» (Ελιφάς 4:7).
«Aν μπoρείς απάντησέ μου, παρατάξου μπρoστά μoυ, στάσoυ όρθιoς. Eσύ, πραγματικά, είπες στα αυτιά μoυ, και άκoυσα τη φωνή των λόγων σoυ: ‘Eίμαι καθαρός, χωρίς αμαρτία, είμαι αθώoς και ανoμία δεν υπάρχει μέσα μoυ … κατά τoύτo δεν είσαι δίκαιoς» (Ελιού 33:5-12). «Πoιoς άνθρωπoς είναι σαν τoν Iώβ, πoυ καταπίνει τoν χλευασμό σαν νερό, και πηγαίνει σε συνoδεία μαζί με τoυς εργάτες τής ανoμίας, και περπατάει με ανθρώπoυς ασεβείς; (Ελιού
34:7,8). «Πώς, λoιπόν, μπoρεί o άνθρωπoς να δικαιωθεί μπρoστά στoν Θεό; 'H, πώς μπoρεί να είναι καθαρός αυτός πoυ γεννήθηκε από γυναίκα; (Βιλδάδ 25:4). «Tι είναι o άνθρωπoς ώστε να είναι καθαρός; Kαι o γεννημένoς από γυναίκα, ώστε να είναι δίκαιoς;» (Ελιφάζ 15:14). «Eπειδή, είπες: H oμιλία μoυ είναι καθαρή, και είμαι καθαρός μπρoστά σoυ. Aλλά, είθε να μιλoύσε o Θεός, και να άνoιγε εναντίoν σoυ τα χείλη τoυ και να σoυ φανέρωνε τα κρυφά πράγματα της σoφίας, ότι είναι διπλάσια των όσων είναι γνωστά. Nα ξέρεις, λoιπόν, ότι o Θεός απαιτεί από σένα λιγότερo από την ανoμία σoυ» (Σωφάρ 11:4-6).
(γ) Η στάση του Ιώβ προς τον Θεό και το κακό είναι σωστή
Ο Θεός λέγει για τον Ιώβ: « … άνθρωπoς άμεμπτoς και ευθύς, ο οποίος φoβάται τoν Θεό, και απέχει από κακό…»
Αντίθετα, οι παρηγορητές λένε: «Bέβαια, εσύ απoρρίπτεις τoν φόβo, και απoκλείεις τη δέηση μπρoστά στoν Θεό» (Ελιφάς 15:4). «Mήπως, επειδή σε φoβάται θα σε ελέγξει, και θάρθει σε κρίση μαζί σoυ; Δεν είναι μεγάλη η κακία σoυ; Kαι άπειρες oι ανoμίες σoυ; (Ελιφάζ 22:4-5)
(δ) Ο αθώος πράγματι υποφέρει «χωρίς αιτία»
Ο Θεός λέγει: « …Kι ακόμα κρατάει τη ακεραιότητά τoυ, αν και με παρόξυνες εναντίoν τoυ, για να τoν εξoλoθρεύσω χωρίς αιτία.» (2:3)
Οι παρηγορητές λένε: « … αν ήσουν καθαρός και ευθύς, βέβαια, τώρα θα σηκωνόταν για σένα, και
η κατοικία τής δικαιοσύνης σου θα ευτυχούσε.» (Βιλδάδ 8:6). «Nα ξέρεις, λoιπόν, ότι o Θεός απαιτεί από σένα λιγότερo από την ανoμία σoυ …» (Σωφάρ 11:6). Θυμήσου, παρακαλώ πoιoς, ενώ ήταν αθώoς, απoλέστηκε; Kαι πoύ εξoλoθρεύτηκαν oι ευθείς; 'Oπως έχω δει εγώ, όσoι αρoτρίασαν ανoμία, και έσπειραν ασέβεια, τις θερίζoυν εξoλoθρεύoνται από τo φύσημα τoυ Θεoύ, και από την πνoή των μυκτήρων τoυ αφανίζoνται» (Ελιφάς 4:7-9). «Eπειδή, o Iώβ είπε: ‘Eίμαι δίκαιoς και o Θεός αφαίρεσε την κρίση μoυ διαψεύστηκα στην κρίση μoυ η πληγή μoυ είναι ανίατη, χωρίς παράβαση’. Πoιoς άνθρωπoς είναι σαν τoν Iώβ, πoυ καταπίνει τoν χλευασμό σαν νερό, και πηγαίνει σε συνoδεία μαζί με τoυς εργάτες τής ανoμίας, και περπατάει με ανθρώπoυς ασεβείς; Eπειδή, είπε: Tίπoτε δεν ωφελεί τoν άνθρωπo στo να ευαρεστεί τoν Θεό. Γι' αυτό, ακoύστε με, άνδρες συνετoί: Mη γένoιτo να υπάρχει αδικία στoν Θεό, και ανoμία στoν Παντoδύναμo. Eπειδή, σύμφωνα με τo έργo τoύ ανθρώπoυ, θα τoυ ανταπoδώσει, και στoν καθέναν θα κάνει να βρει σύμφωνα με τoν δρόμo τoυ.» (Ελιού 34:5-11).
(ε) Οι θλίψεις του Ιώβ προκλήθηκαν από τον Σατανά και όχι από τον Θεό
Η αλήθεια είναι: «Tότε, o σατανάς βγήκε από μπρoστά από τoν Kύριo, και πάταξε τoν Iώβ με ένα κακό έλκoς, από τo πέλμα των πoδιών τoυ μέχρι την κoρυφή τoυ. Kαι πήρε κoντά τoυ ένα κομμάτι από κεραμίδι, για να ξύνεται μ'
αυτό και καθόταν στο μέσον τής στάχτης» (2:7).
Όμως οι παρηγορητές λένε: «Πρόσεξε, μακάριος ο άνθρωπος, που τον ελέγχει ο Θεός γι' αυτό, μη
καταφρονείς την παιδεία τού Παντοδύναμου, επειδή, αυτός
πληγώνει, και επιδένει, χτυπάει, και τα χέρια του γιατρεύουν.» (Ελιφάς
5:17,18). «Nα ξέρεις, λoιπόν, ότι o Θεός απαιτεί από σένα λιγότερο από την ανoμία σoυ» (Σωφάρ 11:6). «Mήπως, επειδή σε φoβάται θα σε ελέγξει, και θάρθει σε κρίση μαζί σoυ; Δεν είναι μεγάλη η κακία σoυ; Kαι άπειρες oι ανoμίες σoυ; (Ελιφάζ 22:4-5). «Δες, o Θεός είναι ισχυρός, όμως δεν καταφρoνεί κανέναν. Ιχυρός σε δύναμη σoφίας. Δεν θα ζωoπoιήσει τoν ασεβή, στoυς φτωχoύς, όμως, δίνει τo δίκαιo.» (Ελιού 36:5-6). «Kι έτσι, θα σε έβγαζε από τη στενoχώρια σε ευρυχωρία, όπoυ δεν υπάρχει στενoχώρια κι εκείνo πoυ παρατίθεται επάνω στo τραπέζι, θα είναι γεμάτo από πάχoς. Aλλ' εσύ εκπλήρωσες δίκη τού ασεβή…» (Ελιού 36:16-17).
(στ) Τα λόγια του Ιώβ είναι αποδεκτά από τον Θεό
Είπε ο Κύριος στoν Eλιφάς τoν Θαιμανίτη:
«O θυμός μoυ άναψε εναντίoν σoυ, και εναντίoν τoν δύo φίλων σoυ επειδή, δεν μιλήσατε για μένα τo oρθό, καθώς o δoύλoς μoυ o Iώβ.» (42:7)
Οι παρηγορητές όμως έλεγαν στον Ιώβ: «Mέχρι πότε θα μιλάς αυτά τα πράγματα; Kαι μέχρι πότε τα λόγια τού στόματός σου θα είναι
όπως ένας σφοδρός άνεμος;» (Βιλδάδ 8:2). «Δεν δίνεται
απάντηση στην πληθώρα των λόγων; Kαι θα δικαιωθεί o πoλυλoγάς;» (Σωφάρ 11:2). «Eπειδή, τo στόμα σoυ απoδεικνύει την ανoμία σoυ, και διάλεξες τη γλώσσα των πανoύργων.To στόμα σoυ σε καταδικάζει, και όχι εγώ και τα χείλη σoυ καταμαρτυρoύν εναντίoν σoυ.» (Ελιφάς 15:5,6). «Eσύ, πραγματικά, είπες στα αυτιά μoυ, και άκoυσα τη φωνή των λόγων σoυ: ‘Eίμαι καθαρός, χωρίς αμαρτία είμαι αθώoς και ανoμία δεν υπάρχει μέσα μoυ’ … κατά τoύτo δεν είσαι δίκαιoς» (Ελιού 33:8:12). «O Iώβ δεν μίλησε με γνώση, και τα λόγια τoυ δεν ήσαν με σύνεση. H επιθυμία μoυ είναι, o Iώβ να εξεταστεί μέχρι τέλoυς επειδή, απάντησε όπως oι ασεβείς άνθρωπoι. Eπειδή, στην αμαρτία τoυ πρoσθέτει ασέβεια καυχάται ανάμεσά μας, και πoλλαπλασιάζει τα λόγια τoυ εναντίoν τoύ Θεoύ.» (Ελιού 35-37).
Τι
συμπεράσματα μπορούμε να εξαγάγουμε από την ιστορία του Ιώβ; Είναι αλήθεια ότι
ο Κύριος επιτρέπει κάποτε την αρρώστια ή την καταστροφή ως «παιδεία», αλλά δεν μπορούν όλα τα δεινοπαθήματα να
δικαιολογηθούν με αυτόν τον τρόπο. Οι «παρηγορητές» φαίνεται να νόμιζαν ότι ο
Θεός αποφασίζει για όλα όσα συμβαίνουν σε αυτόν τον κόσμο. Εάν η άποψή τους
αυτή ήταν ορθή, θα ήταν λογικό να πιστεύει κανείς ότι ο πόνος είναι πάντοτε
είτε για παιδεία είτε για τιμωρία. Εάν συνέβαιναν όπως ο Θεός ήθελε, και αν
είναι δίκαιος, τότε ο αθώος δεν θα
υπέφερε ποτέ. «Ποιος απωλέστηκε ποτέ,
ενώ ήταν αθώος;», ρώτησε ο Ελιφάς,
και σύμφωνα με τις δικές του προϋποθέσεις, θα ήταν δύσκολο να διαφωνήσει κανείς μαζί του
– ο Ιώβ πρέπει να είναι ένοχος. Εντούτοις, στην πραγματικότητα, διεξαγόταν μια
μάχη και έτσι μπορεί να συμβαίνει συχνά, όταν ένας ακέραιος και ευθύς δούλος
του Κυρίου υποφέρει.
Δεν
ήταν ο Θεός, αλλά ο Σατανάς που προκάλεσε τα δεινά του Ιώβ. Παρόλα αυτά, ο Θεός
μπορούσε να χρησιμοποιήσει τον πόνο του Ιώβ,
για να τον φέρει σε μια βαθύτερη σχέση με τον Εαυτό Του. Η πνευματική αρχή
είναι τούτη: « όλα συνεργούν προς το αγαθό σ' αυτούς που αγαπούν τον Θεό,
τους προσκαλεσμένους σύμφωνα με τον προορισμό Του». Όσο μεγάλη κι αν είναι μια
καταστροφή, όσο φοβερή κι αν είναι μια κατάσταση, ο Θεός θέλει να εργαστεί για
το καλό αυτών που τον αγαπούν. Επιπλέον, ζητάει από τους υπηρέτες Του να συνεργαστούν
μαζί Του σχετικά με αυτό. Κατά συνέπειαν,
είναι σημαντικό να αντιδρούμε σωστά σε καταστάσεις πόνου ή κακουχιών.
Ας θυμηθούμε το περιστατικό με τον τυφλό εκ
γενετής. Σύμφωνα με την επικρατούσα αντίληψη της εποχής (και όχι μόνον), η
αμαρτία είναι η βασική αιτία κάθε ασθένειας και πόνου, κι έτσι οι μαθητές
εγείρουν το θεολογικό ερώτημα: «Διδάσκαλε, ποιος αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του, ώστε να γεννηθεί τυφλός;». Προσπαθούσαν να ξετυλίξουν το νήμα
που συνέδεε τελικά την ασθένεια με την αμαρτία. Η απάντηση του Ιησού αποδείκνυε
την ανεδαφικότητα τέτοιων ερωτημάτων. Η τύφλωση του ανθρώπου εκείνου δεν ήταν
αποτέλεσμα των δικών του αμαρτιών ή των γονιών του. Θα ήταν άσκοπο να
προσπαθήσει κανείς να διαλευκάνει την αιτία. Το πραγματικό ερώτημα δεν θα έπρεπε
να ήταν: «τι προκάλεσε τον πόνο;», αλλά μάλλον: «Πώς μπορεί ο πάσχοντας να
συνεργαστεί, έτσι ώστε να κάνει τα έργα του Θεού μέσα από μια τέτοια
κατάσταση;» ή με άλλα λόγια: «Πώς θέλει ο Θεός να εργαστεί, ώστε όλα να
συνεργήσουν για το καλό εκείνων που τον αγαπούν;». Ο Χριστός δεν βλέπει τον
πόνο σαν μια διανοητική πρόκληση, αλλά
σαν μια ανάγκη και μια ευκαιρία να δείξει τα έργα του Θεού στη θεραπεία. Κάποτε
μπορεί ένα πρόσωπο να υποφέρει, επειδή
με κάποιον τρόπο αμάρτησε ή αμαρτάνει. Συνήθως, όμως, τα αίτια της δυσπραγίας
είναι πολύ περίπλοκα για να διαλευκανθούν. Το καθήκον μας θα πρέπει να είναι να
μάθουμε πώς μπορούμε να συνεργαστούμε με τον Θεό στην αντιμετώπιση του
προβλήματος. Βλέπουμε, επομένως, ότι οι αντιδράσεις μας στον πόνο είναι μεγάλης
σημασίας.
Εξίσου σημαντική είναι η στάση μας όταν εμείς οι
ίδιοι υποφέρουμε. Εάν ο Ιώβ «βλαστημούσε τον Θεό και πέθαινε», θα έχανε την ευκαιρία να γίνει κανάλι
ευλογιών, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για τους άλλους. Όμως ο Ιώβ δεν
βλαστήμησε τον Θεό, αλλά και ούτε ήταν
ικανοποιημένος με τις ιερές κοινοτυπίες των «παρηγορητών» του. Ήταν ειλικρινής
με τον Θεό στην κατάστασή του, γι’ αυτό και ο Θεός επιδοκίμασε τα λόγια του. Ο Ιώβ
εξέφρασε τις αμφιβολίες του, τη σύγχυσή
του, ενώ δεν παραδέχτηκε ποτέ ότι διέπραξε όλα εκείνα που οι «φίλοι» του
φαντάζονταν. Ο Θεός το επιδοκίμασε αυτό και έπειτα είπε στον Ιώβ να σταθεί και
να απαντήσει στις ερωτήσεις Του. Είναι σημαντικό, σε καιρούς δυσπραγίας, να
είμαστε ανοιχτοί προς τον Θεό ώστε να αποκαλύψει περισσότερο τον Εαυτό Του σε
εμάς. Πολλοί άνθρωποι απέκτησαν βαθύτερη γνώση και εμπειρία του Θεού μέσα από
τον πόνο που βίωναν. Αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι ο Θεός προκαλεί αυτά τα
δεινοπαθήματα, αλλά ότι είναι έτοιμος να εκμεταλλευτεί κάθε κατάσταση για το
καλό αυτών που Τον αγαπούν. Παρακάτω διαβάζουμε ότι «…o Kύριoς έστρεψε την αιχμαλωσία τoυ Iώβ, αφoύ πρoσευχήθηκε για τoυς φίλoυς τoυ και o Kύριoς έδωσε στoν Iώβ διπλάσια από όλα όσα είχε πρωτύτερα.» (42:10). Από τη στιγμή που ο Ιώβ έστρεψε την
προσοχή του από το δικό του πρόβλημα στις ανάγκες των φίλων του, και άρχισε να
συνεργάζεται με τον Θεό ώστε να δώσει ευλογίες, ανακάλυψε ότι τα δεσμά της
απελπισίας άρχισαν να σπάζουν. Έτσι λοιπόν όπως συμβαίνει συχνά, καθώς ένα πρόσωπο γίνεται κανάλι ευλογιών για
άλλους τα δικά του βάρη φαίνονται ελαφρύτερα. Στο τέλος του βιβλίου, είναι
πιθανόν ο Ιώβ να πήρε κάποια ιδέα από την πάλη που διεξαγόταν, επειδή μέσω της προσευχής κατέστη και ο ίδιος
συμμέτοχος στη μάχη αυτή.
Ο Ιώβ,
επομένως, υπήρξε ένα πεδίο μάχης, στο οποίο ο Θεός απέδειξε ότι οι
υπηρέτες Του τον αγαπούν για αυτό που είναι ο Ίδιος και όχι για τις ευλογίες που
απολαμβάνουν. Ίσως ο Ιώβ, ύστερα από την εμπειρία του αυτή, να αντιλήφθηκε τι συνέβαινε
και να συμμετείχε πραγματικά με την προσευχή του ως κανάλι των θείων ευλογιών, όχι
μόνο προς τον εαυτό του αλλά και προς τους άλλους.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΝΤΡΕΑ ΦΟΥΡΝΑΡΗ
(Απόσπασμα από το βιβλίο: «God’s Strategy in Human History», των Paul Marston
και Roger Forster,
κεφ. 2)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου