Η γέννηση του Μωυσή μέχρι την είσοδο στη γη της επαγγελίας
Α. ΜΩΥΣΗΣ, Ο ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΗΣ.
Η σημερινή μελέτη αφορά έναν απ’ τους σημαντικότερους άντρες της Βίβλου.
Ο Θεός είπε ότι δε θα μιλούσε σ’ αυτό τον άνθρωπο με τον συνηθισμένο τρόπο,
αλλά στόμα με στόμα και πρόσωπο με πρόσωπο. Οι Εβραίοι σήμερα θεωρούν το Μωυσή
σαν ένα απ’ τους μεγαλύτερους άντρες στην ιστορία τους.
Τα τέκνα του Ισραήλ ήρθαν στην Αίγυπτο με τις οικογένειές τους, συνολικά
εβδομήντα περίπου άτομα, και τώρα, στο σημερινό μας μάθημα, τους βρίσκουμε να
έχουν φτάσει τα δυο με τρία εκατομμύρια. Ενώθηκαν όλοι μαζί σε μια ισχυρή ένωση
γιατί αναγκάστηκαν να αναζητήσουν τη συντροφικότητα ανάμεσά τους, μιας κι οι Αιγύπτιοι
τους περιφρονούσαν σαν δούλους που ήταν και τους μεταχειρίζονταν σκληρά.
Αυτή η ένωση μεταξύ τους είναι ένα χαρακτηριστικό των Ισραηλιτών
μέχρι σήμερα. Κάθε φορά που υφίστανται σκληρή μεταχείριση, σφυρηλατούν ανάμεσά
τους αυτή την ενότητα που τους δίνει δύναμη κι όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές
γι’ αυτούς και η μεταχείριση που δέχονται είναι καλή, απομακρύνονται ο ένας απ’
τον άλλο, μέχρι κάποιο βαθμό, και έρχονται σ’ επαφή με άλλες ομάδες.
Επειδή ο Φαραώ φοβόταν ότι αυτός ο λαός θα μπορούσε να ξεσηκωθεί εναντίον
του και το βασίλειό του να κινδυνεύσει, εξαιτίας τους, τους καταδυνάστευε κι
έτσι, αυτοί που είχαν έρθει σαν ελεύθεροι άνθρωποι στην Αίγυπτο, έγιναν
σκλάβοι. Ο Σατανάς είχε το δικό του σχέδιο για τον Ισραήλ, όπως είχε κι ο Θεός.
Το σχέδιο αυτό ήταν ο Ισραήλ να είναι σκλάβος, μέσα σε φτώχεια και θλίψη. Το
σχέδιο του Θεού, γι’ αυτούς ήταν να είναι ελεύθεροι, να ζουν με χαρά κι
αφθονία. Έπρεπε να φτάσουν στο σημείο να θελήσουν την απελευθέρωσή τους
περισσότερο από κάθε τι άλλο, πριν ο Θεός να τους ελευθερώσει.
Ο Θεός ήθελε να
τους δώσει, περισσότερα απ’ την απελευθέρωση απ’ τα δεσμά του Σατανά και τη
σκλαβιά, ήθελε να τους οδηγήσει σε κάτι ένδοξο και θαυμαστό, σε μια χώρα όπου
θα έρεε γάλα και μέλι κι όπου θα υπήρχαν οι ευλογίες του Κυρίου. Θέλει να μας
δώσει περισσότερα, πέρα απ’ την ελευθερία απ’ τα δεσμά της αμαρτίας, θέλει να
μας δώσει χαρά και ειρήνη. Το ν’ ανήκει κανείς σε κάποια εκκλησία και να λέει:
«Είμαι σωσμένος τώρα», δεν φτάνει, το σχέδιο του Θεού είναι να μας ελευθερώσει
κι ύστερα να μας φέρει σε μια θαυμαστή ένωση μέσω του Πνεύματός Του, πράγμα που
είναι η εμπειρία της αναγέννησης. Μια ζωή γεμάτη χαρά, νίκη και ειρήνη μπορεί
να γίνει δική μας όταν δοκιμάσουμε αυτή την εμπειρία, μες την καρδιά μας, του
να αναγεννηθούμε, πραγματικά, «εξ’ ύδατος και εκ Πνεύματος».
Ο Φαραώ εξέδωσε την τερατώδη διαταγή οι Εβραίες μαίες να εξοντώνουν
κάθε αρσενικό που γεννιόταν, για να εμποδίσει έτσι την γρήγορη αύξηση των
Ισραηλιτών. Οι μαίες, όμως, είχαν φόβο Θεού, γι’ αυτό κι έσωσαν τα αρσενικά
μωρά. Μετά, ο Φαραώ διέταξε να τα πετάνε στο Νείλο και ν’ αφήνουν στη ζωή τα
θηλυκά. Κατάσκοποι παρακολουθούσαν τα σπίτια των Εβραίων για να βεβαιωθούν ότι
κανένα αρσενικό δε θα γλύτωνε. Ένας Λευίτης με τη γυναίκα του απέκτησαν γιο κι
όταν είδαν ότι ήταν όμορφος τον έκρυψαν στο σπίτι τους, για τρεις μήνες. Όταν
δε μπορούσαν πια να τον κρατήσουν περισσότερο, η μητέρα του Μωυσή του έφτιαξε
μια κούνια με βούρλα («κιβώτιον
σπάρτινον», Εξοδ.β:3).
Το σχέδιο αυτό της διάσωσης του μικρού Μωυσή,
πιθανότατα καταστρώθηκε στον ουρανό. Ίσως ο Θεός το αποκάλυψε στη μητέρα του,
ενώ προσευχόταν. Η μικρή κιβωτός φτιάχτηκε με προσευχές και δάκρυα, μες απ’ την
καρδιά της. Τη νύχτα μετέφεραν το παιδί με την κούνια στο ποτάμι, όπου η πιστή
μητέρα του το έριξε στοργικά. Όταν ξημέρωσε κι ήταν επικίνδυνο να παραμείνει
εκεί γύρω, φίλησε το μωρό και με βαριά καρδιά πήγε να δουλέψει στα χωράφια,
αφήνοντας τη Μαριάμ, την κόρη της, να το προσέχει.
Αφού είχε προσευχηθεί μ’ όλη της την καρδιά, εμπιστεύθηκε με πίστη
το Θεό ότι θα έσωζε, με κάποιο τρόπο, το μικρό της γιο. Όταν έχουμε προσευχηθεί
μ’ όλη μας τη δύναμη, πρέπει να έχουμε πίστη ότι ο Θεός έχει αναλάβει τέλεια τα
παιδιά μας. Οι γονείς έχουμε μεγάλη ευθύνη μπροστά στο Θεό να οδηγήσουμε τα
παιδιά μας στο δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν, γιατί ο Λόγος του Θεού μας
λέει ότι όταν μεγαλώσουν, δεν θ’ απομακρυνθούν απ’ αυτόν.
Όταν ξημέρωσε, η κόρη του Φαραώ πήγε στο ποτάμι για να λουστεί.
Ακριβώς την κατάλληλη στιγμή, το μωρό άρχισε να κλαίει. Αυτό το κλάμα άλλαξε
εντελώς την κατάσταση που ήταν εναντίον του και του χάρισε τη ζωή, γιατί η κόρη
του Φαραώ συγκινήθηκε κι αποφάσισε να το κρατήσει. Ο Μωυσής σώθηκε απ’ το
θάνατο και την εξόντωση χάρη στο ίδιο ποτάμι όπου ήταν να τον ρίξουν, και χάρη
στην κόρη του ίδιου βασιλιά που είχε εκδώσει τη διαταγή για το θάνατό του. Ο
Θεός εργάζεται τα θαυμαστά Του σημεία με μυστηριώδεις τρόπους. Την ίδια στιγμή
η Μαριάμ που βρισκόταν εκεί ρώτησε την πριγκίπισσα: «Θέλεις να πάω να σου φέρω
μια Εβραία, να θηλάσει το μωρό»; Αυτή απάντησε: «Ναι, πήγαινε»! Έτρεξε, λοιπόν,
στη μητέρα της κι η ίδια η μητέρα του Μωυσή πληρωνόταν απ’ την κόρη του Φαραώ
για να θηλάζει το γιο της! Ο Θεός εξουδετέρωσε το όπλο που είχε στα χέρια του ο
Σατανάς και τον νίκησε στο δικό του παιχνίδι, εκεί που νόμιζε ότι θα μπορούσε
να εξοντώσει το μικρό αυτό που θα γινόταν ένας απ’ τους μεγάλους άντρες του
Θεού.
Ο Μωυσής έγινε άνθρωπος πίστης γιατί η μητέρα και ο πατέρας του
ζούσαν «διά πίστεως» κι επειδή τα πρώτα του χρόνια τα πέρασε σ’ ένα σπίτι όπου
υπήρχε πίστη. Σίγουρα η μητέρα του, όταν τον άλλαζε ή όταν τον έκανε μπάνιο θα
του μιλούσε για την υπόσχεση του Θεού ότι δεν θα τους άφηνε στη γη της
Αιγύπτου. Θα ερχόταν ένας ελευθερωτής κάποια μέρα κι αυτή μπορεί να προσευχόταν
να είναι ο γιος της αυτός. Όταν ο Μωυσής ήταν στην τρυφερότερή του ηλικία, η
μητέρα του τον μεγάλωνε σα να ήταν ο γιος κάποιας άλλης, γιατί ήξερε ότι αυτό
ήταν το θέλημα του Θεού. Στην αυλή του Φαραώ, ο Μωυσής είχε την υψηλότερη θέση
μέσα στη χώρα, κι ίσως σ’ ολόκληρο τον κόσμο λόγω της σπουδαίας αποστολής στην
οποία τον είχε καλέσει ο Θεός. Ήταν γνώστης των επιστημών της εποχής του, αλλά
θυμόταν πάντοτε τα λόγια της μητέρας του και τις προσευχές της, ότι κάποια μέρα
μπορεί να ήταν αυτός ο ελευθερωτής του λαού του. Ήταν Αιγύπτιος στην ομιλία και
τους τρόπους, αλλά παρέμεινε πάντα Ισραηλίτης στην καρδιά. Ο Μωυσής προτίμησε
να υποφέρει τις θλίψεις με το λαό του Θεού παρά να απολαύσει τις αμαρτωλές
εφήμερες ηδονές, γιατί θεώρησε πολυτιμότερη την ταπείνωση του Χριστού απ’ τα
πλούτη της Αιγύπτου.
Όταν ο Μωυσής ήταν 40 χρονών, πήγε μια μέρα στο μέρος που δούλευαν
οι Ισραηλίτες κι είδε ένα Αιγύπτιο να χτυπάει ένα Εβραίο. Ο Μωυσής ένιωσε ότι
αυτή ήταν η κατάλληλη ευκαιρία να δείξει στο λαό του ότι ο Θεός τον είχε
σηκώσει απ’ ανάμεσά τους, σαν άλλο Ιωσήφ, μες απ’ την αυλή του Φαραώ, για να
τους ελευθερώσει κι έτσι σκότωσε τον Αιγύπτιο και τον έκρυψε μέσα στην άμμο.
Την επόμενη μέρα, όμως, τον αντιμετώπισαν με σαρκασμό, φθόνο κι υποψία αντί να
του δείξουν ευγνωμοσύνη. Είδε δυο Ισραηλίτες να μαλώνουν και αυτός προσπάθησε
να λύσει τη διαφορά τους. Ο ένας απ’ αυτούς ρώτησε το Μωυσή αν θα σκότωνε κι
αυτόν, όπως σκότωσε τον Αιγύπτιο. Ακούγοντας το, ο Μωυσής φοβήθηκε και έφυγε,
από φόβο μήπως φθάσει στ’ αυτιά του Φαραώ.
Υπάρχουν τρεις περίοδοι στη ζωή του Μωυσή, σαράντα χρόνων η κάθε
μία. Τα πρώτα σαράντα χρόνια τα πέρασε σπουδάζοντας μέσα στην αυλή της
Αιγύπτου. Τα δεύτερα σαράντα χρόνια βρέθηκε βαθιά μέσα στην έρημο, κοντά στο
όρος Σινά, βόσκοντας πρόβατα. Την τρίτη περίοδο των σαράντα χρόνων οδήγησε τα
τέκνα του Ισραήλ στη Γη της Επαγγελίας. Τα σαράντα χρόνια που πέρασε στην έρημο
ήταν χρόνος ετοιμασίας γι’ αυτόν, κι όταν έφτασε η ώρα, ο Θεός τον κάλεσε να
ελευθερώσει τον Ισραήλ.
Μια μέρα που ο Μωυσής έβοσκε τα πρόβατά, εμφανίστηκε ο Θεός
μπροστά του, μέσα από μια «καιόμενη βάτο». Για όλη την υπόλοιπη ζωή του, ο Μωυσής
βάδισε σ’ αυτό το φως που έφεγγε στο δρόμο του η βάτος που «εκαίετο υπό του πυρός, και δε κατεκαίετο» (εξ.γ:2). Ο Κύριος του
είπε ότι άκουσε την κραυγή του λαού Του κι είδε την ταλαιπωρία τους κι ότι «κατέβηκε» για να τους ελευθερώσει. Ο
Μωυσής άρχισε να βρίσκει δικαιολογίες ότι δεν ήταν ικανός να ελευθερώσει το λαό
του Θεού κι ο Κύριος του είπε: «Τι έχεις στο χέρι σου, Μωυσή;». «Ένα ραβδί»,
του απάντησε. Ο Κύριος του είπε να το ρίξει κάτω κι αυτό έγινε φίδι και μετά
του είπε να το πιάσει και ξανάγινε ραβδί. Ο Θεός του έδειξε μ’ αυτό τον τρόπο,
ότι δε χρειαζόταν να έχει μαζί του κάτι μεγάλο και δυνατό, όπως ένα στρατό, το
μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να χρησιμοποιήσει ό,τι είχε στο χέρι του. Ύστερα,
ο Μωυσής δικαιολογήθηκε ότι ήταν βραδύγλωσσος, γι’ αυτό ο Θεός έχρισε τον
Ααρών, τον αδελφό του, να μιλάει αντί γι’ αυτόν.
Μ’ αυτή τη θεϊκή αποκάλυψη, ο Μωυσής ήταν έτοιμος να εκτελέσει το
θέλημα του Θεού. Ήταν ένα δύσκολο έργο να οργανώσει αυτό το μεγάλο πλήθος για
να φύγουν απ’ τη γη της Αιγύπτου, αλλά είχε την υπόσχεση του Θεού ότι θα ήταν
μαζί του. Μετά άρχισε ο μακρύς, επίμονος αγώνας ανάμεσα στο Μωυσή, τον Ααρών
και τους μάγους της αυλής του Φαραώ.
Δ. Ο ΘΕΟΣ ΣΤΕΛΝΕΙ ΤΙΣ ΔΕΚΑ ΠΛΗΓΕΣ.
Ο Φαραώ δεν άκουγε το Μωυσή και τον Ααρών και η καρδιά του
σκλήραινε ολοένα και περισσότερο. Ο Θεός έστειλε εννέα οδυνηρές πληγές στη γη
της Αιγύπτου. Η πρώτη πληγή ήταν η μετατροπή των ποταμών σε αίμα, μετά οι
βάτραχοι, οι σκνίπες, οι μύγες, ο βασανισμός των ζώων και μετά και των ανθρώπων,
το χαλάζι, οι ακρίδες και το σκοτάδι που σκέπασε όλη την Αίγυπτο. Υπήρχε μια
έντονη αντίθεση στην επίδραση που είχαν αυτές οι πληγές πάνω στους Εβραίους σε
σχέση με τους Αιγυπτίους. Απ’ την τέταρτη πληγή και μετά, οι Ισραηλίτες εξαιρέθηκαν
απ’ τις πληγές επομένως απολάμβαναν ειρήνη και ικανοποίηση που αυξάνονταν ενώ
οι Αιγύπτιοι δοκίμαζαν ολοένα και δυνατότερες δοκιμασίες. Αυτό έδωσε τη
δυνατότητα στους Ισραηλίτες να ετοιμαστούν για την έξοδό τους απ’ τη γη της
σκλαβιάς.
Μετά την τελευταία πληγή του πυκνού σκοταδιού που σκέπασε όλη τη χώρα,
ο Φαραώ, εξαγριωμένος, είπε στο Μωυσή να φύγει απ’ την Αίγυπτο, μαζί με το λαό.
Πολύ σύντομα η κρίση του Θεού αποκορυφώθηκε πάνω στους Αιγυπτίους. Μέχρι τη
νύχτα που γεννήθηκε ο Χριστός, αυτή ήταν η σημαντικότερη νύχτα στην ιστορία της
ανθρωπότητας. Όταν έδυσε ο ήλιος, εκείνο το βράδυ, ο Ισραήλ ήταν ένας λαός
σκλάβων. Όταν ξημέρωσε η επόμενη μέρα, ο Ισραήλ βάδιζε στην ελευθερία. Το
σκοτάδι της νύχτας σκέπαζε όλη την Αίγυπτο. Αλλά στα σπίτια των περιφρονημένων
δούλων, τα πάντα ήταν διαφορετικά.
Πάνω απ’ την πόρτα στην πρόσοψη και στα πλάγια,
στους παραστάτες σε κάθε καλύβα των Εβραίων, υπήρχε μια κηλίδα αίματος. Μέσα
στα σπίτια, κάθε οικογένεια καθόταν γύρω απ’ το τραπέζι όπου ένα αρνί ψημένο
ήταν έτοιμο να φαγωθεί. Τα πράγματά τους τα κρατούσαν στα χέρια τους, ήταν «εζωσμένοι τους οσφύας» τους και
φορούσαν τα παπούτσια τους, έτοιμοι να φύγουν. Δεν μιλούσαν μεταξύ τους, αλλά
σ’ όλα τα πρόσωπα υπήρχε μια έκφραση αναμονής και τρόμου. Αν κάποιο παιδί κινιόταν
προς την πόρτα, το μάλωναν και του απαγόρευαν να βγει έξω.
Κάποτε, τα μεσάνυχτα πλησίασαν - η στιγμή που περίμεναν! Ξαφνικά
ακούστηκε μια μεγάλη βοή, κραυγές δυνατές πόνου, σα να σηκώθηκε ένα κύμα θρήνου
πάνω απ’ την Αίγυπτο. Οι γονείς ξυπνούσαν ανήσυχοι και φώναζαν τους γιους τους,
βρίσκοντας τους νεκρούς, μπρος στα μάτια τους. Ο Φαραώ ξύπνησε και βρήκε τον
πρωτότοκο γιο του νεκρό. Παντού υπήρχε η κραυγή του θανάτου και βογκητά αγωνίας
ανέβαιναν στον ουρανό απ’ τη γη της Αιγύπτου. Στα σπίτια όμως των Ισραηλιτών
που είχαν ραντίσει το πάνω μέρος της πόρτας και τους παραστάτες με αίμα, δεν
υπήρχε θάνατος.
Ο Άγγελος του Θανάτου πέρασε εκείνα τα σπίτια. Ο Φαραώ,
έξαλλος, κάλεσε το Μωυσή και τον Ααρών και τους είπε: «Σηκώθητε, εξέλθετε εκ μέσου του λαού μου και σεις και οι υιοί του
Ισραήλ και υπάγετε, λατρεύσατε τον Κύριον, καθώς είπετε» (Εξ.ιβ:31). Εκείνη
τη νύχτα, ο Ισραήλ βάδισε στην ελευθερία. Μετά από 430 χρόνια σκλαβιάς είχε
φτάσει η στιγμή της απελευθέρωσης.
Είναι ζωτικής σημασίας το να καλύπτουμε την καρδιά και τη ζωή μας
με το αίμα του Κυρίου. Τα μεσάνυχτα πλησιάζουν γι’ αυτό τον κόσμο και μόνο με
το αίμα Του πάνω μας θα σωθούμε και θα μπορέσουμε να εκφύγουμε τα δεινά που πρόκειται
να έρθουν στο κόσμο. Μπορεί να ρωτήσετε: «Πως μπορώ να καλυφθώ κάτω απ’ το αίμα
Του;» Αυτό γίνεται με το θάνατο, την ταφή και την ανάσταση του Ιησού Χριστού,
το οποίο είναι ο τύπος της δικής μου και της δικής σου μετάνοιας, του βαπτίσματος
στο νερό στο όνομα του Ιησού Χριστού για την άφεση των αμαρτιών και της δωρεάς
του Αγίου Πνεύματος. Σ’ αυτό το θεμέλιο οικοδομήθηκε η Εκκλησία της Καινής Διαθήκης.
Η γιορτή του Πάσχα γιορτάζεται μέχρι σήμερα απ’ τους Εβραίους. Η
λέξη Πάσχα σημαίνει "προσπέρασμα" απ’ το ότι ο εξολοθρευτής άγγελος, ο οποίος
χτύπησε τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων, πέρασε τα σπίτια των Ισραηλιτών, που είχαν
ραντίσει με αίμα τους παραστάτες της πόρτας. Ο Ιησούς με τους μαθητές Του
γιόρταζαν το Πάσχα όταν Αυτός καθιέρωσε το Δείπνο του Κυρίου.
Το χάραμα, οι Ισραηλίτες ξεκίνησαν. Ένας στύλος νεφέλης προπορευόταν
την ημέρα κι ένας στύλος πυρός τη νύχτα, που τους υποδείκνυαν πότε και που
έπρεπε να προχωρούν και να σταματάνε. Δεν ακολούθησαν τον κανονικό δρόμο απ’
την Αίγυπτο για την Παλαιστίνη γιατί έπρεπε να μάθουν πολλά πράγματα στη πορεία
κι επειδή δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν τους ισχυρούς Φιλισταίους.
Αλλάζοντας το δρόμο τους, ο Θεός τους οδήγησε στην Ερυθρά θάλασσα,
όπου στρατοπέδευσαν. Ξαφνικά είδαν ένα σύννεφο σκόνης κι αμέσως κατάλαβαν πως
ήταν ο Φαραώ που τους καταδίωκε με το στρατό του. Ο λαός πανικοβλήθηκε, καθώς
τα νέα διαδιδόταν στο στρατόπεδο. Τι θα έκαναν; Δεν είχαν ακόμα καταλάβει τη
θαυματουργή δύναμη του Θεού κι άρχισαν να παραπονιούνται και να εύχονται να
είχαν μείνει σκλάβοι στην Αίγυπτο, αντί να πεθαίνουν στην έρημο. Όταν ο
άνθρωπος έχει φτάσει σε ακραίο σημείο, τότε ενεργεί ο Θεός, αρκεί ο άνθρωπος να
Τον εμπιστεύεται.
Τώρα ο στύλος της νεφέλης ήρθε και στάθηκε ανάμεσα στα δυο στρατόπεδα,
αφήνοντας τους Αιγυπτίους στο σκοτάδι και φωτίζοντας τη μεριά των Ισραηλιτών.
Όλη τη νύχτα ο Θεός έφερε ένα δυνατό ανατολικό άνεμο ο οποίος έκανε να συρθούν
τα νερά της θάλασσας κι η θάλασσα έγινε ξηρά! Τα τέκνα του Ισραήλ βάδισαν στο
μέσο της θάλασσας πάνω σε στεγνή γη, ενώ τα νερά σχημάτιζαν τοίχο απ’ τα δεξιά
και τα αριστερά τους. Βάδισαν μέσα από στεγνή γη! Τι θαυμαστή απελευθέρωση!
Μόλις πέρασαν στην άλλη μεριά, ο στρατός του Φαραώ έφτασε στην όχθη της Ερυθράς
θάλασσας κι αποφάσισαν να περάσουν κι αυτοί απέναντι, αλλά μόλις έφτασαν στο
μέσο, ο Κύριος έβγαλε τις ρόδες απ’ τις άμαξες τους. Ενώ προσπαθούσαν να απομακρυνθούν
απ’ τους Ισραηλίτες, ο Κύριος διέταξε το Μωυσή να απλώσει το χέρι του πάνω απ’
τη θάλασσα και τα νερά γύρισαν πίσω και σκέπασαν τους Αιγυπτίους, τις άμαξες
και τους ιππείς τους. Στην απέναντι ακτή, ο λαός του Θεού στεκόταν άφωνος.
Είχαν μείνει κατάπληκτοι απ’ τη μεγαλειώδη αυτή εκδήλωση της δύναμης του Θεού.
Το μόνο που έκαναν ήταν να υπακούσουν την εντολή του Θεού. Μετά ύψωσαν
δοξολογία γι’ αυτό το θαύμα που έκανε ο Θεός μπροστά στα μάτια τους!
Μετά τη διάβαση της Ερυθράς, οι Ισραηλίτες άρχισαν μια νέα ζωή.
Επικεφαλής τους ήταν ο Θεός που τους οδηγούσε στη νέα τους πατρίδα. Τρέφονταν
θαυμαστά με «μάννα» απ’ τον ουρανό και νερό απ’ την πέτρα που κτύπησε ο Μωυσής.
Τα παπούτσια και τα ρούχα τους δεν πάλιωσαν για σαράντα ολόκληρα χρόνια. Δεν
υπήρχε ούτε ένας ασθενής ανάμεσά τους, μέχρι που αμάρτησαν μέσα στην έρημο. Για
σκεφτείτε! Ούτε ένας άρρωστος ή ανάπηρος σε δυο εκατομμύρια ανθρώπους. Η
ευλογία, η νίκη και η τέλεια προστασία απ’ το Θεό, τους επισκίαζαν σ’ όλο το
δρόμο για την Γη της Επαγγελίας. Πολλές φορές γόγγυζαν και παραπονιόταν, αλλ’
όταν μετανοούσαν, ο Θεός εξέχεε και πάλι τη χάρη Του επάνω τους.
Μερικοί μπορεί να αναρωτιούνται γιατί ο Θεός εργάστηκε μόνο μέσα
απ’ το λαό Ισραήλ, αφού υπήρχαν κι άλλοι λαοί που ζούσαν σ’ εκείνη την περιοχή
τους οποίους θα μπορούσε να ευλογήσει επίσης. Ο Θεός είχε ένα συγκεκριμένο λαό
που ήθελε να χρησιμοποιήσει κι αυτός ο λαός θα ήταν ξεχωριστός κι άγιος ενώπιόν
Του, μέσα απ’ όλους τους λαούς της γης. Αυτό το έθνος θα γινόταν μάρτυρας και
θεματοφύλακας των αληθειών του Θεού, το κανάλι μέσα απ’ το οποίο θα ερχόταν
στον κόσμο, ο Μεσσίας. Το έθνος του Ισραήλ προορίστηκε να είναι ο πολυτιμότερος
θησαυρός πάνω στη γη.
Λίγο μετά την απελευθέρωσή τους απ’ την Αίγυπτο, έφτασαν στο όρος
Σινά, όπου ο Μωυσής πήρε το Νόμο απ’ το Θεό. Εκεί στους πρόποδες αυτού του
ψηλού βουνού θα «μαθήτευαν» για τον επόμενο χρόνο. Ο Θεός τους είχε ήδη διδάξει
στην Αίγυπτο τη σοφία και τη δύναμή Του και στο ταξίδι μέχρι το όρος Σινά τους
δίδαξε την αγάπη, το έλεος και την συνεχή φροντίδα Του γι’ αυτούς. Στο Σινά,
όμως οι Ισραηλίτες διδάχτηκαν ένα μάθημα με βαθύτερη σημασία. Χρειάζονταν
κάποιους κανόνες για να προσαρμόσουν τη ζωή τους σύμφωνα μ’ αυτούς, πολλή
εκπαίδευση και πειθαρχία. Ο Μωυσής ανέβηκε μόνος του πάνω στο βουνό κι εκεί
άκουσε τη φωνή του Θεού «εν τω μέσω» της πυκνής νεφέλης της δόξας του Θεού που
κάλυψε το βουνό.
Εκεί ο Θεός έδωσε στο Μωυσή το «Νόμο». Ο Μωσαϊκός Νόμος διαιρείται
σε τρία μέρη:
- Τις εντολές. Οι οποίες εκφράζουν ό,τι έπρεπε να κάνουν, ή τον ηθικό Νόμο.
- Τις κρίσεις. Οι οποίες εφαρμόζουν αυστηρή και τέλεια δικαιοσύνη, και ονομάζονται μερικές φορές, δικαστικός νόμος.
- Τις διατάξεις. Οι οποίες ρύθμιζαν τη θρησκευτική ζωή και τη λατρεία των Ισραηλιτών, ή τον τελετουργικό νόμο.
Ο Νόμος που ο Θεός έδωσε στο Μωυσή δεν πρόσφερε δικαιοσύνη ή ζωή.
Απλά αποκάλυπτε και καταδίκαζε την αμαρτία. Δε μπορούσε να σώσει, γιατί ο
άνθρωπος, από μόνος του, ήταν πολύ αδύναμος κι αμαρτωλός για να τον τηρήσει,
φτάνοντας έτσι στη σωτηρία.
Τα σχέδια για την κατασκευή της Σκηνής του Μαρτυρίου δόθηκαν στο Μωυσή
μαζί με το Νόμο. Παρακάτω θ’ ασχοληθούμε λεπτομερειακά με τη Σκηνή του Μαρτυρίου.
Οι Ισραηλίτες συνέχισαν την πορεία τους για τη Γη της Επαγγελίας,
μετά την παραμονή τους στο Σινά. Όταν έφτασαν στα σύνορα, ο Μωυσής έστειλε
δώδεκα άντρες να κατασκοπεύσουν τη Γη Χαναάν. Όλοι ανέφεραν ότι είναι εύφορη
χώρα, αλλά οι δέκα δήλωσαν πως δεν μπορούσαν να την κυριεύσουν. Ο φόβος, στη
στιγμή, αποδυνάμωσε την πίστη τους κι αρνήθηκαν να μπουν μέσα στη Γη της
Επαγγελίας, που τους ανήκε. Γι’ αυτό, καταδικάστηκαν να περιπλανιόνται στην
έρημο 40 χρόνια, σαν τιμωρία για την ανυπακοή και την απιστία τους. Όλοι πάνω
από είκοσι χρονών καταδικάστηκαν να πεθάνουν χωρίς να μπουν στη Γη Χαναάν,
εκτός απ’ τον Χάλεβ και τον Ιησού του Ναυή, τους δυο κατασκόπους που έφεραν
καλά νέα.
epistoli.gr
epistoli.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου